Τάκης Φύσσας, η εξομολόγηση
Πρωταθλητής Ευρώπης, πρωταγωνιστής στον Παναθηναϊκό και ένας εκ των κορυφαίων αριστερών μπακ στην ιστορία του ελληνικού ποδόσφαιρου.
Ο Τάκης Φύσσας έχει γράψει τη δική του, μοναδική ιστορία στα γήπεδα τόσο της Ελλάδας όσο και του εξωτερικού, με αποκορύφωμα την κατάκτηση του Euro 2004.
Με σκληρή δουλειά, ταπεινότητα και τεράστια θέληση, κατάφερε να αποτελέσει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο τόσο ως ποδοσφαιριστής όσο και ο παράγοντας.
Το SPORT24 τον συνάντησε στη Βουλιαγμένη και εκείνος προχώρησε σε μία ιδιαίτερη εξομολόγηση για τη ζωή και την καριέρα του. Από τον Πανιώνιο και τον Γιάννη Κυράστα, μέχρι τον Παναθηναϊκό και την Εθνική ομάδα.
Όλα είναι εδώ.
Ο Τάκης Φύσσας με τον δημοσιογράφο του SPORT24, Ηλία Καλλονά
Ο Τάκης Φύσσας με τον δημοσιογράφο του SPORT24, Ηλία Καλλονά
Όταν ήμουν μικρός, δεν με ενδιέφερε τίποτα άλλο πέρα από την μπάλα. Ο πατέρας μου ήταν καπετάνιος, έζησα δύσκολα παιδικά χρόνια όσον αφορά στην έλλειψη του πατέρα μου. Έλειπε η πατρική φιγούρα αλλά μόνο αυτό ήταν το πρόβλημα, καθώς ο άνθρωπος θαλασσοπνιγόταν για να είμαστε εμείς άνετοι.
Η οικογένειά μου ήταν δεμένη και δυνατή με μεγάλη αγάπη. Από τον πατέρα μου έμαθα να σέβομαι τη γυναίκα. Δεν θα μπορούσα να μη σέβομαι τις γυναίκες, όταν η μάνα μου μεγάλωνε μόνη της δύο γιους και ήταν τύπος και υπογραμμός. Ο πατέρας μου ήταν στις θάλασσες του κόσμου χωρίς να υπάρχει επικοινωνία. Εκείνη την εποχή, όπως καταλαβαίνεις, δεν υπήρχαν social media.
Όταν επέστρεφε από τα ταξίδια, θυμάμαι πως μου έφερνε κάτι ρομπότ από την Ιαπωνία, κάτι ηλεκτρονικά που δεν υπήρχαν. Μου έφερνε το snoopy που δεν υπήρχε τότε στην Ελλάδα. Οι φίλοι μου έβλεπαν αυτά τα δώρα και τους σηκωνόταν η τρίχα.
Εμένα, όμως, με ενδιέφερε μόνο το ποδόσφαιρο. Οπότε τους έδινα τα παιχνίδια και εγώ κοιμόμουν αγκαλιά με μία μπάλα.
Όλες τις αξίες της ζωής της πήρα από την οικογένειά μου. Έχω και δύο κόρες που υπερλατρεύω. Ο αδερφός μου έκανε δύο γιους και εγώ δύο κόρες. Θέλω οι κόρες μου να σέβονται τους παρτενέρ τους, αλλά και να τις σέβονται. Υπάρχουν πολλά πράγματα που με ενοχλούν στην εποχή μας. Θεωρώ πως πρώτα και πάνω απ' όλα πρέπει να είμαστε σωστοί και ευγενείς.
Επιστρέφοντας στο ποδόσφαιρο, θυμάμαι πως μικρός ήθελα να γίνω τερματοφύλακας. Έπαιζα μέσα στο σπίτι, έβαζα κάποιους στόχους και όριζα τις επαφές που έπρεπε να κάνω με την μπάλα. Έκανα ατομική προπόνηση στο σπίτι. Οι γονείς μου έβλεπαν ότι είχα ταλέντο. Στη γειτονιά τους περνούσα όλους, ένιωθα ξεχωριστός.
Αυτό μετουσιώθηκε στον Πανιώνιο. Ο πατέρας μου, Καλλιθεώτης και Πανιώνιος, με έπαιρνε από το χέρι και με πήγαινε στα παιχνίδια της ομάδας. Είχαμε δει τα μπαράζ με τον Μακεδονικό και τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Με πήγε στον Πανιώνιο για να ξεκινήσω στις Ακαδημίες, αλλά τότε ο προπονητής της ομάδας του είπε: "κύριε Γιάννη πάρτε τον και δώστε του λίγο κρέας να φάει. Είναι αδύνατος δεν μπορεί να παίξει ποδόσφαιρο έτσι". Έτσι έλεγαν τότε (σ.σ. γέλια). Την επόμενη χρόνια με πήγε ξανά και με πήραν.
Ο Γιάννης Μπουρουτζίκας, βοηθός του Ντούσαν Μπάγεβιτς, ήταν εκείνος που με ξεχώρισε. Ήταν προπονητής σε ένα δοκιμαστικό που επέλεγαν τους 20 καλύτερους της ηλικίας μου. Αργότερα θυμάμαι να του λέω "πώς γίνεται να μη συνεργαστήκαμε εμείς ποτέ;". Ήμασταν πάντα σε διαφορετικές ομάδες.
Ο Πανιώνιος από τότε φημιζόταν για τις Ακαδημίες του. Είχε βγάλει πολλούς σπουδαίους ποδοσφαιριστές. Ανέβαινα σκαλοπάτι-σκαλοπάτι τις ομάδες. Απολάμβανα κάθε στιγμή. Προσπαθούσα να είμαι ένας καλός μαθητής. Δεν με πίεσαν με τα μαθήματα. Μου άρεσε το διάβασμα και μπορώ να πω ότι ήμουν πολύ καλός μαθητής.
Κάποια παιδιά είχαν αναπτυχθεί περισσότερο σωματικά και οι προπονητές τα προτιμούσαν. Τότε δεν υπήρχε η λογική να παίξουν όλα τα παιδιά. Αν δεν ήσουν καλός, καθόσουν στον πάγκο ή πήγαινες σπίτι σου. Επίσης, δεν σου μιλούσαν με τον καλύτερο τρόπο.
Τότε άρχισε να μη μου αρέσει που πήγαινα στο ποδόσφαιρο. Βίωνα και λίγο bullying, ένιωθα και μία απόρριψη. Δεν τα ξέραμε τότε αυτά.
Όμως ποιος δεν έχει δεχθεί απόρριψη; Και τα παιδιά μου δέχονται. Ήταν μέρος του παιχνιδιού. Όταν δεχόμουν την απόρριψη, είχα τη στήριξη της οικογένειάς μου. Της μητέρας μου, του πατέρα μου, έστω και από μακριά. Δεν παρέκκλινα από τον στόχο μου. Ήθελα να σπουδάσω, να πάω στο πανεπιστήμιο.
Το ποδόσφαιρο πήγαινε παράλληλα και ήταν σε δεύτερη μοίρα. Στην τρίτη λυκείου όμως είχα αναπτυχθεί αρκετά. Είχα γίνει καλός και με πρότειναν για να γίνω επαγγελματίας, ιδίως μετά από ένα παιχνίδι που παίξαμε κόντρα στον Παναθηναϊκό. Οι επαγγελματίες έκαναν απεργία και παίξαμε εμείς οι ερασιτέχνες. Μπορεί να χάσαμε 7-1, αλλά τους άρεσε η απόδοσή μου.
Τότε προπονητές μου στον Πανιώνιο ήταν ο Στέλιος Μπραουδάκης και μετέπειτα ο Γιώργος Γιαννακόπουλος. Αμφότεροι δεν είναι στη ζωή. Καταπληκτικοί προπονητές, τους λατρεύω ακόμα, τους έχω στη μνήμη και την καρδιά μου. Αυτοί μου έδωσαν τα εφόδια να προχωρήσω.
Ο Στέλιος Μπραουδάκης με κρατούσε 20 λεπτά έξτρα μετά από την προπόνηση για τρέξιμο. Δεν του άρεσε όπως έτρεχα και ήθελε να με μάθει. Για ένα χρόνο έτρεχα μόνος μου. Τότε δεν το κατάλαβα, αλλά είναι δεδομένο πως με βοήθησε σημαντικά προκειμένου να ανταπεξέλθω ως αριστερός full back.
Η αλήθεια είναι πως τα πρώτα χρόνια αγωνιζόμουν είτε ως αριστερός εξτρέμ, είτε αριστερά στο κέντρο, ως εσωτερικός μέσος. Άρχισα να ξεχωρίζω πολύ νωρίς και τους καλύτερους τους βάζανε στο κέντρο. Αργότερα όμως με έβαζαν αριστερό μπακ γιατί δεν υπήρχαν πολλοί που να έχουν και ποιότητα. Ήταν λίγο δύσκολο να βρεις παίκτες σε αυτή τη θέση.
Τότε ο Γιώργος Γιαννακόπουλος με έκανε αριστερό μπακ. Με βοήθησε πολύ στην καριέρα μου, με ώθησε πολύ, ήταν καταπληκτικός προπονητής. Θυμάμαι πως ενώ είχα γίνει επαγγελματίας, η ερασιτεχνική ομάδα του Πανιωνίου έπαιζε τελικό με τον Ολυμπιακό. Ήρθε να με ρωτήσει αν θα ήθελα να παίξω. "Με ρωτάς;", του λέω.
Δεν υπήρχε περίπτωση να του έλεγα όχι. Παρότι, λοιπόν, είχαμε παιχνίδι με την πρώτη ομάδα, πήγα, έπαιξα, έβαλα γκολ και κερδίσαμε. Πιστεύω έτσι του έδωσα και εγώ μια χαρά. Αργότερα παίξαμε στον τελικό κόντρα στον Παναθηναϊκό, αλλά τον χάσαμε, ήταν όμως μεγάλη επιτυχία για την ομάδα.
Πολύ σημαντικός στην πορεία μου στον Πανιώνιο ήταν κι ο Θωμάς Μαύρος.
Όταν ήμουν μικρός στον Πανιώνιο, εκείνος ήταν διευθυντής στην εταιρεία ένδυσης Puma. Με είχε δει και με είχε ρωτήσει αν θα ήθελα να φορέσω τα παπούτσια της Puma.
Από τότε και για το επόμενα τρία χρόνια έγινε ο συμβουλάτοράς μου, μου μιλούσε διαρκώς και τον άκουγα με προσοχή.
Με βοήθησε στο πώς θα κινούμαι. Τότε έπαιζα περισσότερο στη γραμμή και με συμβούλευσε να δοκιμάζω να συγκλίνω, για να βρεθώ πιο κοντά στο γκολ.
Μέσα από αυτή την ενέργεια μπόρεσα να βάλω γκολ στον Πανιώνιο. Και το γκολ στα προκριματικά του Champions League κόντρα στην Πολόνια με τον Παναθηναϊκό κάπως έτσι ήρθε.
Έπαιξα 1-2 με τον Καραγκούνη και σκόραρα. Αυτός ο θεός του ελληνικού ποδοσφαίρου, είναι πολύ τιμητικό για εμένα που με βοήθησε. Πιστεύω ότι η πορεία μου τον δικαίωσε.
Ήταν ένας σταρ, παρότι όταν σου μιλούσε δεν το εξέπεμπε αυτό. Ήταν πολύ απλός. Από τις τελευταίες φορές που τον είδα ήταν στον γάμο μου. Είχε έρθει και ήταν ευτυχισμένος που με γνώριζε από παιδάκι.
Ήταν ο πρώτος που μου έκανε συμβόλαιο στην Puma. Του χρωστάω πολλά, δεν έχω μιλήσει πολύ γι' αυτόν από σεβασμό. Ξέρω ότι είναι ένας θεός. Δεν χρειάζεται να αναφερθώ εγώ, αλλά με βοήθησε πολύ στην καριέρα μου.
Γενικά, από τον Πανιώνιο κρατάω μόνο τις καλές στιγμές. Σίγουρα το Κύπελλο του 1998, το πρωτάθλημα ένα χρόνο πριν στη Β' Εθνική, αλλά και την πορεία στην Ευρώπη.
Μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου περάσαμε δύο γύρους και παίξαμε με τη Λάτσιο. Αυτά τα ματς δεν τα πρόλαβα γιατί έγινε η μεταγραφή μου στον Παναθηναϊκό. Βέβαια ήμουν στο γήπεδο για να δω τους πρώην συμπαίκτες μου.
Ο συγχωρεμένος Γιάννης Κυράστας ήταν η επιτομή του προπονητή. Ήταν εκείνος που μας έμαθε πώς να σκεφτόμαστε ποδοσφαιρικά και επαγγελματικά.
Ήρθε στον Πανιώνιο και μας άλλαξε όλο τον τρόπο σκέψης. Πώς να είμαστε εργάτες και ποιες θυσίες πρέπει να κάνουμε προκειμένου να έχουμε μία επιτυχημένη καριέρα.
Ακόμα και στην αποτυχία, αυτός μπορούσε να μας καθοδηγήσει. Προσωπικά, είναι ο άνθρωπος που με έκανε επαγγελματία. Μέχρι στιγμής σου έχω μιλήσει γι' αυτούς που με βοήθησαν στην καριέρα μου.
Ο Βούκοτιτς με επέλεξε για να γίνω επαγγελματίας, αλλά λίγο μετά ήρθε ο Κυράστας και είπε για μένα "Εγώ δεν τον ξέρω αυτόν. Θέλω να τον δω στις προπονήσεις για δύο εβδομάδες και μετά να αποφασίσω".
Νόμιζα ότι ήμουν άτυχος, αλλά ήμουν τυχερός. Καμιά φορά κλείνει μια πόρτα, αλλά ανοίγει ένα παράθυρο. Αυτό προσπαθώ να μεταδώσω και στα παιδιά μου. Η δυσκολία με κατέβαλε, αλλά πάλευα να δείξω ότι ήμουν δυνατός.
Μετά από δύο εβδομάδες ήρθε και μου μίλησε: "Συγγνώμη ήταν να υπογράψεις πριν από δύο εβδομάδες και το σταμάτησα", μου αποκρίθηκε.
Με ρώτησε τι πιστεύω ότι θα γίνει. Του είπα ότι πιστεύω ότι θα μου έδινε την ευκαιρία με βάση την απόδοσή μου.
"Δεν θα σου δώσω απλά την ευκαιρία. Ήσουν ο καλύτερος για δύο εβδομάδες. Την Κυριακή θα παίξεις βασικός", μου είπε.
Και όντως την Κυριακή έπαιξα το πρώτο μου παιχνίδι με τον Πανιώνιο. Ο Κυράστας έφυγε και μετά ξαναήρθε στον Πανιώνιο, την αμέσως επόμενη από την επάνοδο του Πανιωνίου στην Α' Εθνική. Με κάλεσε για να μου μιλήσει.
"Να σου πω, σε έβλεπα στην Α' Εθνική. Έπαιζες με το "10" στη φανέλα; Είναι δυνατόν;", μου είπε. Τότε είχαμε στον Πανιώνιο τον Μίλινκο Πάντιτς, ο οποίος ήταν ένας μικρός Μέσι. Ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του.
Του είπα ότι εγώ ήθελα το "3", όμως κάποιες φορές παίζαμε με πεντάδα στην άμυνα και το "3" το έπαιρνε ένας πιο παλιός, ο Θέμης Τζανετής.
Ο προπονητής επέλεγε να κρατήσει τον Πάντιτς στον πάγκο για να παίξουμε πιο αμυντικά. Το "10" δεν το έπαιρνε κανείς και το έδιναν σε εμένα που ήμουν ο πιο μικρός.
Αφού του απάντησα έτσι, μου είπε ότι θα το δει. Ήταν σκληρός τότε μαζί μου. Δεν έπαιζα στον Πανιώνιο, είχα πανικοβληθεί. Αναρωτιόμουν γιατί το κάνει αυτό. Έπρεπε να του το αποδείξω μέσα στο γήπεδο.
Χάσαμε από τον Παναθηναϊκό 3-0 στην πρεμιέρα και δεν έπαιξα. Δεύτερη αγωνιστική με τον Πανηλειακό, νίκησαμε 2-0 έκανα δύο ασίστ. Μετά δεν με έβαζε.
Είχα πέσει ψυχολογικά, αλλά περίμενα τη σειρά μου. Δυστυχώς η ομάδα δεν πήγε καλά και ο Κυράστας έφυγε. Ανέλαβε ο Χρήστος Εμβολιάδης. Με επανέφερε στο βασικό σχήμα μαζί με τον Δημήτρη Ναλιτζή. Η ομάδα πήρε φωτιά. Μου βγήκε τέτοια ορμή που δεν έπαιζα.
Τον αγάπησα τον Κυράστα. Κάθε Πρωταπριλιά δεν μπορώ να ηρεμήσω από τη στεναχώρια μου. Αλλά τότε έπαιζα και για να του αποδείξω ότι έκανε λάθος.
Έκανα μια εκπληκτική πορεία εκείνη τη σεζόν. Έκανα ένα εκπληκτικό παιχνίδι στον τελικό και πήρα μεταγραφή, με 250 εκατομμύρια δραχμές στον Παναθηναϊκό. Και εκεί συνάντησα ξανά τον Κυράστα. Ήταν το έναυσμα για να κάνω την καριέρα μου.
Στον Παναθηναϊκό οι σχέσεις μας ήταν καταπληκτικές. Κατάλαβε ότι δεν με αξιολόγησε σωστά, αλλά δεν παραδέχθηκε ποτέ το λάθος του. Στην αρχή δεν με έβαζε, χρησιμοποιούσε τον Πέρσι Ολιβάρες. Όμως απέδειξα μέσα από τις προπονήσεις ότι αξίζω την ευκαιρία μου. Ο Πέρσι μετατοπίστηκε στα δεξιά και εγώ έπαιζα αριστερά. Έπαιζα μονίμως.
Στο τέλος ήμουν ένας από τους παίκτες που μιλούσε για να περάσει πράγματα. Τώρα που τελείωσε η καριέρα μου πατάω στο YouTube και βλέπω παλιά μου παιχνίδια στον Πανιώνιο. Εκείνα τα ανέμελα ματς στον Πανιώνιο. Ήμουν νέος, είχα τρομερή ορμή. Έπαιζα επιθετικά, έβαλα οκτώ γκολ σε μια χρονιά.
Με συγκινεί που τα βλέπω μετά από τόσα χρόνια. Βέβαια, δεν ήταν όλα ρόδινα στον Πανιώνιο. Τότε δεν υπήρχαν social media ή μάνατζερ.
Δεν έπαιζα τόσο στην εθνική Ελπίδων, έκανα μόνο πέντε ματς. Μου έλεγαν "Τάκη τι γίνεται ρε συ. Έφτασες 23 και δεν πήρες μεταγραφή;".
Τότε υπήρχε μια άτυπη κόντρα παλιών-νέων. Ήμουν μαζί με τον Ναλιτζή, τον Σαπουντζή που ήταν μεγάλη παικτάρα. Οι παλιοί ήταν ο Άκης Μάντζιος, ο Τάσος Κατσαμπής και άλλοι μεγάλοι. Είχαν μία κόντρα με εμάς. Δεν είχαμε έχθρα, απλά περίμεναν περισσότερα από εμάς. Βέβαια, αυτό μας βγήκε σε καλό.
Πριν πάω στον Παναθηναϊκό, υπήρξε ένα ενδιαφέρον από τη Φίτεσε, η οποία κοιτούσε την ελληνική αγορά λόγω Μαχλά. Εκείνη την περίοδο δεν ήταν εύκολο να πας στο εξωτερικό, οπότε δεν προχώρησαν οι συζητήσεις. Τα τελευταία χρόνια οι προτάσεις ήταν αρκετές.
Η αλήθεια είναι πως είχα κλείσει στην ΑΕΚ. Τότε πρόεδρος ήταν ο Δημήτρης Μελισσανίδης και είχαμε δώσει τα χέρια.
Ήμουν ένα παιδί που δεν είχα μεγάλο συμβόλαιο στον Πανιώνιο. Με είχε πλησιάσει, τα βρήκαμε, τα βρήκε και με τον Πανιώνιο, απλώς ήρθε την τελευταία στιγμή ο Παναθηναϊκός με καλύτερη προσφορά.
Στον Πανιώνιο φέρθηκα ντόμπρα. Ήμουν εκεί από παιδί. Δεν έχουν να μου προσάψουν τίποτα και δεν το έχουν κάνει. Πάντα με τιμούν και με αγαπούν για όσα προσέφερα. Με αγκάλιασε η οικογένεια του Πανιωνίου και μου μετέδωσε τις αξίες του αθλητισμού.
Χάρηκα που επέστρεψα ένα τεράστιο ποσό, το οποίο βοήθησε την ομάδα να ξεπεράσει κάποια οικονομικά προβλήματα.
Με ήθελε και ο Άρης τότε, ο οποίος είχε πρόεδρο τον Δημήτρη Κοντομηνά. Τον Άρη τον είχα στην καρδιά μου λόγω Νίκου Γκάλη.
Γαλουχηθήκαμε με τον Νίκο Γκάλη και τον είχαμε κάθε Πέμπτη σπίτι μας. Ο Παναθηναϊκός όμως με απέκτησε και ένιωσα από την πρώτη ημέρα το μεγαλείο αυτής της ομάδας.
Στον Παναθηναϊκό πήγα για να παίξω κατευθείαν. Και έπαιξα. Πήγα με προσωπικότητα, πήγα με μέταλλο, δεν πήγα για να αποδείξω ότι αξίζω. Είχα ήδη κληθεί και στην Εθνική. Ο κύριος Ιορντανέσκου με κάλεσε μαζί με τον Σαπουντζή, λόγω της εξαιρετικής πορείας που είχαμε στον Πανιώνιο.
Όταν πήγα στην Παιανία, κατάλαβα τι σημαίνει να είσαι ποδοσφαιριστής σε μια μεγάλη ομάδα, την κορυφαία της Ελλάδας. Ήθελα να αποδείξω στους ανθρώπους της ομάδας, στον Γιώργο Βαρδινογιάννη που με επέλεξε, ότι δεν είχαν κάνει λάθος που με πήραν. Με εκείνον μιλούσα. Ήθελα να τον δικαιώσω. Μπορώ να πω ότι το κατάφερα.
Ο Παναθηναϊκός τότε ήταν μια ομάδα ευρωπαϊκού επιπέδου. Είχε ήδη κάνει τρομακτικές πορείες. Δε μιλάω για το Γουέμπλεϊ, μιλάω για τον Άγιαξ, την Πόρτο. Τρομερές πορείες. Έπρεπε να το κάνουμε και εμείς. Να μπούμε μέσα στο γκρουπ.
Ο Στράτος Αποστολάκης με βοήθησε πολύ ως ποδοσφαιριστής. Ήθελα να τον συναντήσω μαζί με τον Κριστόφ Βαζέχα. Ήταν ινδάλματα, όχι απλοί ποδοσφαιριστές. Όπως και ο Δημήτρης Σαραβάκος, αλλά είχε φύγει τότε από την ομάδα.
Με τον Αποστολάκη υπήρξαμε συμπαίκτες για μια χρονιά και ως βοηθός του Κυράστα, μου είχε πει: "Μικρέ εδώ πρέπει να ξεχάσεις τι σημαίνει ήττα. Αν έρθει, δεν θα περνάμε καλά".
Ταρακουνήθηκα. Αν σκέφτεσαι ότι αν χάσεις δεν θα μπορείς να πας σπίτι σου γιατί θα μαζευτούν χιλιάδες κόσμου να παραπονεθούν, κάτι που έγινε αργότερα.
Με έβαλε κατευθείαν στην πραγματικότητα μιας πρωταθλήτριας ομάδας. Δεν κατακτήσαμε πολλά πρωταθλήματα, όσα δικαιούμασταν, να το πω ξεκάθαρα. Αυτό είναι μια ξεκάθαρη κουβέντα για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ήμασταν όμως πρωταθλητές στην Ευρώπη, σε αυτά που κάναμε. Εκπληκτικό ελληνικό στοιχείο.
Ήμασταν η ραχοκοκαλιά της Εθνικής του 2004. Ποδοσφαιριστές που είχαν γαλουχηθεί αλλού, όμως στον Παναθηναϊκό έδειξαν προσωπικότητα και πέτυχαν. Ακόμα και ο Νίκος Λυμπερόπουλος, που ήταν εκτός της ομάδας του Euro, ήταν ο πιο πλήρης Έλληνας ποδοσφαιριστής που έχω δει. Είχε τα πάντα.
Δεν συζητάμε για τον Καραγκούνη, τον Μπασινά, τον Σεϊταρίδη. Αναφέρθηκα ξεχωριστά στον Νίκο γιατί αυτός δεν ήταν στην Πορτογαλία. Το αξίζει, είναι κορυφαίος, γι' αυτό του κάνω αυτή την αναφορά. Είχαμε καλούς ξένους, αλλά είχε φτάσει μια περίοδος που παίζαμε με εννιά Έλληνες. Ήταν καταπληκτικά παιδιά τους είχαμε εντάξει στην ομάδα.
Τι να πει κανείς για τον Βαζέχα, για τον Χένρικσεν, τον Μικαέλσεν, τον Ολιβάρες κι άλλους πολλούς. Παίξαμε τόσα ματς στο Champions League. Έπαιξα τρεις φορές στο Ολντ Τράφορντ με τη Γιουνάιτεντ. Με πολλές μεγάλες ομάδες. Αυτές οι πορείες μας έδωσαν το διαβατήριο για να κάνουμε καριέρα στο εξωτερικό.
Επειδή έχει γίνει μεγάλη συζήτηση για τον αγώνα με την Μπαρτσελόνα στο Καμπ Νόου, θα σου πω το εξής. Σε εκείνο το ματς είχαμε δύο πολύ καλές στιγμές, η μια ήταν προφανώς του Βλάοβιτς. Όμως, αυτό το παιχνίδι δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Εκεί έπαθε ρήξη χιαστού ο Καραγκούνης. Προηγηθήκαμε με ένα καταπληκτικό γκολ του Κωνσταντίνου.
Φάγαμε ένα γκολ στο τέλος του πρώτου μέρους και εκεί είχα την ευθύνη και εγώ. Έπρεπε να διώξω την μπάλα, είχα μια ευθύνη. Ακόμα το σκέφτομαι, χωρίς να σημαίνει ότι φταίω μόνο εγώ. Μετά φάγαμε κι άλλα δύο, ούτε εκεί έφταιγε ένας παίκτης. Είναι σημαντικό για τα νέα παιδιά να καταλάβουν ότι μέσα από τα λάθη τους βελτιώνονται, αρκεί να μην τα επαναλάβουν.
Το άλλο παιχνίδι είναι με την Πόρτο στη Λεωφόρο. Ήταν μεγάλη ευκαιρία να πάμε στον τελικό του UEFA. Πιστεύω ότι θα πηγαίναμε στον τελικό. Αποκλειστήκαμε στην παράταση κόντρα στην περίφημη ομάδα του Μουρίνιο. Εγώ μετά του την έφερα του Μουρίνιο, γιατί την επόμενη χρονιά του πήρα το Κύπελλο στην Πορτογαλία (σ.σ. γέλια).
Βέβαια αυτός μετά από μια εβδομάδα πήρε το Champions League. Έτσι είναι αυτά στο ποδόσφαιρο. Αυτά τα ματς ήταν τα πιο σημαντικά. Δεν θα ξεχάσω το ματς στο Χάιμπουρι, το γκολ στην Πολόνια. Ήταν μια αγχωτική περίοδος, γιατί παίζαμε με την υποχρέωση να προκριθούμε. Ήταν αγχωτικό, παίζαμε για 20 εκατομμύρια για την ομάδα.
Είχαμε κληρώσεις κόντρα σε ομάδες που δεν βλέπαμε. Κερδίζαμε την Άρσεναλ και τη Γιουβέντους και κοντράραμε την Μπαρτσελόνα στο Καμπ Νόου. Αλλά σε αυτά τα ματς δεν καθησυχάζεις. Ήταν τα πιο δύσκολα.
Βέβαια, δεν μας ενδιέφερε μόνο η Ευρώπη. Σε αυτή τη συνέντευξη δεν θα κλαφτώ και δεν θα βγάλω παράπονο.
Στην Ελλάδα έγιναν πράγματα που στέρησαν από την ομάδα καθαρά πρωταθλήματα. Τώρα ήταν ένα, δύο ή τρία, δεν ξέρω.
Πάντως έπρεπε να πάρουμε περισσότερα, τέλος. Δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε να τα πάρουμε όλα.
Δεν θέλω να μειώσω τη δυναμική του Ολυμπιακού που τα έπαιρνε. Κάποιες χρονιές δικαιούτο να το πάρει. Αλλά αυτό που συνέβαινε στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια δεν συνέβη σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Να παίρνει μόνο μια ομάδα το πρωτάθλημα και η άλλη να κάνει κατεξοχήν ευρωπαϊκές πορείες.
Περάσαμε δύσκολες στιγμές. Καλοκαίρια κλεισμένοι μέσα. Όταν δεν παίρνεις το πρωτάθλημα δεν έχει φιέστα. Έχει πίεση και πρέπει να προετοιμαστείς για τα προκριματικά του Champions League. Αυτά τα είχαμε. Μπαίναμε με τσαμπουκά, με πίστη, την μαγκιά μας και το ταλέντο μας και τα παίρναμε. Οι ημέρες, όμως, μέχρι να αρχίσει η προετοιμασία ήταν αρκετά δύσκολες.
Είχαμε την γκρίνια των οπαδών μας. Ο κόσμος είχε απαιτήσεις και ήθελε το πρωτάθλημα. Έχω περάσει πολύ μεγάλη κλεισούρα μαζί με τη γυναίκα μου, με την οποία είμαστε μαζί από τα 19 μου. Δεν έχει ξενύχτια, να πας για μπάνιο. Υπήρχε η πίεση, το ανάθεμα. Εμείς μάθαμε από αυτό. Γενικά δεν έχω διασκεδάσει πολύ στη ζωή μου και δεν μου έχει λείψει αυτό.
Έχω ακούσει από οπαδό του Παναθηναϊκού "παίξε ρε Φύσσα που είσαι όλη την ώρα στο Εγκώμιο για καφέ". Συγγνώμη που πάω για να πιω και εγώ έναν καφέ.
Εκείνος ο οπαδός μου χρέωσε αυτό γιατί δεν είχε να μου πει κάτι άλλο. Δεν είχα δώσει δικαίωμα όπως και οι συμπαίκτες μου. Ήμουν σπίτι μου, με την κοπέλα μου και τους φίλους μου. Κι αν θα πήγαινα θα ήταν είτε θέατρο, είτε σινεμά είτε για ένα καφέ. Όταν η ομάδα δεν πάει καλά, δεν υπάρχουν γλέντια και χαρές.
Αυτό έχει μπει στην ψυχή μας. Γι' αυτό έχουμε αυτές τις ιδέες και τα ιδανικά και είμαστε Παναθηναϊκός.
Δεν κρύβομαι πίσω από το δάκτυλό μου. Είμαι Παναθηναϊκός.
Και εγώ και η οικογένειά μου, γαλουχηθήκαμε με τις αξίες της ομάδας αυτής. Θα με συντροφεύουν για όλη μου τη ζωή.
Τα τελευταία χρόνια το πρωτάθλημα το πήραν κι άλλες ομάδες. Δεν το παίρνει μόνο μια για επτά συνεχόμενα χρόνια. Μόνο από αυτό μπορείς να πεις ότι υπάρχει ένας πλουραλισμός. Σίγουρα δεν ήταν καλά τα πράγματα τότε, σε πολλά καίρια σημεία στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Σίγουρα ούτε σήμερα είναι όλα ρόδινα.
Από την άλλη, εγώ είμαι σε ένα πόστο που έμαθα ότι τα οπαδικά και αυτά που πρεσβεύεις τα αφήνεις στην άκρη στην Εθνική. Και εμείς το κάναμε αυτό το 2004. Υπήρχαν παιδιά από όλες τις ομάδες. Εγώ τότε ήμουν στην Μπενφίκα. Όλα αυτά τα βάλαμε στην άκρη.
Κι επειδή αναφέρθηκε στην Μπενφίκα, θα σου πω πώς έγινε η μεταγραφή τον Ιανουάριο του 2004. Έξι μήνες νωρίτερα και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 2003, μετά από τη Ριζούπολη, έφυγαν ο Καραγκούνης, ο Λυμπερόπουλος, ο Βόκολος. Είχα μείνει εγώ, ο Μπασίνας, ο Σεϊταρίδης, ο Χένρικσεν, ο Μικάελσεν, ο Κυργιάκος.
Υπήρχε μεγαλύτερη απαίτηση για εμάς. Είχαμε κάνει προετοιμασία με τον Γιτζάκ Σουμ και παίζουμε φιλικό με την Μπενφίκα. Με πιάνει ο προπονητής της, Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο και μου λέει ότι θέλει να με πάρει στην Μπενφίκα. Του είπα ότι έχω συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό μέχρι τα Χριστούγεννα.
"Όχι τώρα σε θέλω. Μου λείπει ένα αριστερό μπακ σαν εσένα", μου απαντά. Τρελαίνομαι.
Τότε είχαμε πρόεδρο τον Αργύρη Μήτσου. Του είπα ότι θα έρθει η Μπενφίκα. Εκείνος μου είπε ότι η ομάδα είχε στείλει ήδη πρόταση ύψους 800.000 ευρώ.
Σε εμένα η Μπενφίκα έδινε έξι φορές τα χρήματα που έπαιρνα στον Παναθηναϊκό. Έπρεπε να κοιτάξω και τον εαυτό μου, την καριέρα μου. Ήμουν 29 χρονών και έφτανα στο τέλος. Παρ' όλα αυτά είπα στον Μήτσου να μου κάνει μία αντιπρόταση.
Ο Παναθηναϊκός μου προσέφερε συμβόλαιο για 1+1 χρόνια, η Μπενφίκα προσέφερε περισσότερα. Ήρθε ο Σουμ και είπε: "Δεν φεύγει κανένας Φύσσας. Με αυτόν θα παίξω. Αυτόν θέλω".
Τον ρώτησα αν είναι σίγουρος. Δεν έχανα μόνο εγώ την ευκαιρία να παίξω κάπου αλλού, αλλά και ο Παναθηναϊκός την ευκαιρία να βγάλει χρήματα για παίκτη που είχε συμβόλαιο άλλους έξι μήνες. Ήταν ανένδοτος. Το δέχτηκα.
Κανονικά έπρεπε να ωρύομαι, αλλά τότε επειδή είχα τη στεναχώρια της Ριζούπολης σκεφτόμουν εγωιστικά και ήθελα να μείνω στην ομάδα να πάρουμε ένα πρωτάθλημα.
Ξεκινάω και παίζω έναν γύρο. Τα Χριστούγεννα ο Παναθηναϊκός το ζύγισε, έχασε 800 χιλιάδες ευρώ. Τότε αναπληρωματικός ήταν ο Μινχ. Στην αρχή ήταν βαρύς και δεν έπαιζε όπως στη συνέχεια που έκανε μια αξιόλογη πορεία.
Είχαμε μια εξαιρετική σχέση. Θυμάμαι μου έβγαλε μια ωραία ασίστ και έβαλα γκολ κόντρα στην Καλλιθέα.
Τότε έγραφαν διάφορα για τους παίκτες, μας πετσόκοβαν. Για εμένα έλεγαν ότι σουτάρω με το καλάμι. Το γκολ εκείνο το έβαλα με εξωτερικό φάλτσο.
Βγήκα στη συνέντευξη Τύπου και τους είπα "γράψτε ότι το έβαλα με το καλάμι". Κανένας δεν έπαιζε με το καλάμι.
Όλοι ήμασταν αξιόλογοι. Μετά πήγαμε και πήραμε το Euro, κανένας δεν ήταν καλαμωτός.
Στα νέα παιδιά λέω να μην ακούν κανέναν. Να μην επιτρέπουν να τους υποτιμάει κανείς. Ο καθένας έχει το ταλέντο του και με τη δουλειά και με την αξία του ανταμείβεται και απολαμβάνει τους καρπούς. Θέλει θυσίες, υπομονή και επιμονή, αλλά και συζήτηση με τους κοντινούς ανθρώπους του.
Επιστρέφω στον Παναθηναϊκό. Μου έκανε πρόταση ανανέωσης, αλλά η Μπενφίκα μού έκανε ένα κλειστό συμβόλαιο 2,5 ετών. Τότε η ομάδα έβλεπε ότι ο Μάρκους Μινχ ανέβαινε και δεν μου έκλεισε την πόρτα. Έφυγα σαν φίλος. Στο τελευταίο ματς με τον ΟΦΗ με τίμησαν. Ο κύριος Μήτσου μου έδωσε πλακέτα και έφυγα όμορφα. Γι' αυτό και επέστρεψα άλλωστε.
Στην Μπενφίκα άλλαξε η ζωή μου. Έβλεπα αλλιώς το ποδόσφαιρο. Πήγα σε έναν τεράστιο σύλλογο και συνάντησα παίκτες όπως ο Σιμάο Σαμπρόζα, ο Νούνο Γκόμες, ο Ρούι Κόστα, ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς που ήμασταν αντίπαλοι όταν έπαιζε στον Ολυμπιακό. Μου συμπεριφέρθηκε σαν φίλος, μου έδωσε το αυτοκίνητό του για μια εβδομάδα.
Οι σχέσεις μεταξύ των παικτών δεν αφορούν τα οπαδικά. Ήταν το ξεκίνημα μιας δεύτερης φάσης της καριέρας μου, η οποία ολοκληρώθηκε μετέπειτα στη Σκωτία και στην επιστροφή μου στον Παναθηναϊκό, όπου και σταμάτησα την καριέρα μου.
Στην Μπενφίκα πήρα το Κύπελλο, έβαλα γκολ, ακολούθησε το Euro. Έπαιξα ως πρωταθλητής Ευρώπης την επόμενη χρονιά. Έγινε μια συντήρηση δυνάμεων από τον Τραπατόνι. Όταν ήμουν πιτσιρικάς και πειραζόμασταν με τα άλλα παιδιά λέγαμε: "Έλα μωρέ ποιος είσαι; Ο Τραπατόνι;". Αυτός έγινε προπονητής μου.
Δεν ήταν, όμως, ειλικρινής. Μου έλεγε: "Θα παίξεις, είσαι φανταστικός", αλλά έλεγε τα ίδια και στους άλλους.
Γενικά ήταν σε μία περίεργη φάση με την ομάδα, ήταν και σε λίγο μεγάλη ηλικία. Δεν είχε να κάνει βέβαια μόνο το κομμάτι της ηλικίας. Κι ο Ρεχάγκελ ήταν μεγάλος σε ηλικία, αλλά είχε και έχει τον σεβασμό όλων μας.
Πήραμε το πρωτάθλημα και παίξαμε στον τελικό του Κυπέλλου με αντίπαλο τη Σετούμπαλ με στόχο το νταμπλ. Δεν ήταν εύκολο διότι είχαν προηγηθεί οι πανηγυρισμοί για την κατάκτηση του πρωταθλήματος ύστερα από 10 χρόνια.
Παίξαμε, λοιπόν, στον τελικό και με έκανε αλλαγή στο 65', ενώ το σκορ ήταν 1-1. Τότε στην Μπενφίκα ήμασταν δύο αριστερά μπακ. Εγώ και ένας Γάλλος, ο Ντο Σάντος.
Είχαμε τα ίδια χαρακτηριστικά. Θεώρησα ότι σε αυτή την αλλαγή δεν βοηθάει την ομάδα. Βέβαια αυτό που έκανα δεν είχα το δικαίωμα να το κάνω.
Κοντοστάθηκα στο γήπεδο, κοίταξα τον πίνακα με την αλλαγή. Τον κοίταξα και αναρωτήθηκα πώς γίνεται να κάνει τέτοια αλλαγή.
Δεν έβαζε έναν μεσοεπιθετικό ή ένα επιθετικογενές μπακ. Αν ήταν να το έκανε αυτό ας με έβγαζε και πιο νωρίς, για να σκοράρουμε και να πάρουμε το ματς.
Κοντοστάθηκα λίγα δευτερόλεπτα. Βγήκα φυσικά. Αυτό έσπασε τους δεσμούς μας με την Μπενφίκα. Ένιωσα ότι δεν υπήρχε σεβασμός, αλλά δεν ήταν σωστό αυτό που έκανα και δεν το προτείνω σε κανέναν.
Το κλαμπ και ο προπονητής παίρνουν τις αποφάσεις και οι ποδοσφαιριστές οφείλουν να υπακούν. Αν έχουν να πουν κάτι, μπορούν να το πουν ιδιωτικά και όχι όπως το έκανα εγώ.
Εγώ, έστω και για λίγο, έδειξα φανερά τη δυσαρέσκειά μου μπροστά στον κόσμο. Γενικά δεν το έκανα αυτό, δεν με χαρακτηρίζει ως άνθρωπο, αλλά έτσι μου βγήκε. Το μετανιώνω.
Δεν καταλαβαίνω ανθρώπους που λένε ότι δεν μετανιώνουν για πράγματα που έκαναν στη ζωή και την καριέρα τους.
Φυσικά μετανιώνω και προσπαθώ να μην το επαναλάβω. Ζω με αυτό που έκανα και προσπαθώ να το φτιάξω μετέπειτα.
Με την Μπενφίκα τότε ήρθαμε σε συνεννόηση με ωραίο τρόπο να αποδεσμευτώ, αφού πρώτα βρω μια ομάδα που θέλω. Τότε έφυγε ο Τραπατόνι, παρότι η ομάδα πήρε πρωτάθλημα μετά από δέκα χρόνια. Ήρθε ο Ρόναλντ Κούμαν, αυτός ο πολύ ωραίος τύπος.
Μιλήσαμε και μου είπε: "Είσαι πρωταθλητής Ευρώπης, δεν δέχομαι τίποτα για εσένα. Είχες μια συμπεριφορά "Α", αλλά εγώ έχω δει την καριέρα σου και τα στατιστικά σου. Θα προπονείσαι με την πρώτη ομάδα για να μπορείς να βρεις τον επόμενο σταθμό της καριέρας σου".
Πριν πάω στη Χαρτς, δέχθηκα μια κλήση από τον Ντέμη Νικολαΐδη που είχε γίνει πρόεδρος στην ΑΕΚ με προπονητή τον Σάντος. Με ρώτησε αν θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα.
Η ΑΕΚ είχε τότε τον Νίκολα Μάλμπασα, ενώ ήταν τραυματίας και ο Σταύρος Τζιωρτζιόπουλος. Συζητήσαμε το ενδεχόμενο να γυρίσω. Θα επέστρεφα με πολύ λιγότερα χρήματα από αυτά που έπαιρνα στην Μπενφίκα.
Δεν έγινε ποτέ. Και οι δύο πλευρές το άφησαν. Κατάλαβα ότι και ο Ντέμης θα ερχόταν σε δύσκολη θέση, προφανώς δεν μπορούσε να καλύψει το συμβόλαιο που είχα. Ίσως τα στάθμισε και δεν του έβγαινε.
Προφανώς δεν θα με ήθελαν και πάρα πολύ, διότι αν θες κάποιον πολύ τον παίρνεις. Εγώ τότε έψαχνα να πάω Αγγλία, είχα προτάσεις από το Καμπιονάτο.
Όταν ήρθε η Χαρτς λέω από μέσα μου "Ποια Χαρτς;". Ήξερα τη Ρέιντζερς, τη Σέλτικ και την Αμπερντίν. Πήγα στο Εδιμβούργο και σε τρεις ημέρες υπέγραψα. Είχαμε έναν Ρώσο πρόεδρο. Ήταν από τις πιο ωραίες επιλογές της καριέρας μου.
Είχα τρομερή ποδοσφαιρική ευφορία με τη σκωτσέζικη νοοτροπία που είναι πιο ωραία από την αγγλική, αν και είχε λιγότερη ποιότητα. Φαντάσου στη Χαρτς ήμουν ο καλύτερος παίκτης στα 32. Απόλαυσα κάθε στιγμή, κάθε ματς, σε ένα γήπεδο που ήταν συνέχεια γεμάτο.
Βγήκαμε δεύτεροι μετά από πολλά χρόνια και πήραμε και το Κύπελλο. Σε όποια ομάδα έπαιξα πήρα και τίτλο, όπως και στην Εθνική. Επομένως, τι παράπονο μπορώ να έχω;
Το καλοκαίρι του 2007 επέστρεψα στον Παναθηναϊκό. Ουσιαστικά, ο Παναθηναϊκός επέλεξε να γυρίσω. Πάντα το ήθελα, αλλά δεν το έβλεπα εφικτό.
Στη Χαρτς μού είχαν προτείνει να μείνω, αλλά έφυγα. Είχε γεννήσει η σύζυγός μου, περασάμε λίγο πιεστικά. Έφυγα γιατί ήθελα να γυρίσω προς τον Νότο. Ήταν λάθος μου.
Ίσως έπρεπε να μείνω ένα χρόνο ακόμα. Ήταν καταπληκτικό να παίζεις στο Εδιμβούργο. Ένα καταπληκτικό και οργανωμένο σωματείο. Οι εγκαταστάσεις της ομάδας ήταν μέσα στα δάση. Το κρύο δεν με ενόχλησε ποτέ, ούτε ότι πιάναμε τα σύννεφα αν πηδούσαμε, ούτε ότι νύχτωνε πιο γρήγορα.
Πήρα την απόφαση να παίξω αλλού. Είχα στόχο να παίξω στην Ιταλία, είχα και κάποιες προτάσεις. Λάθος μου. Θα μπορούσα να μείνω χωρίς ομάδα και να σταματήσω το ποδόσφαιρο.
Πήγε να γίνει αυτό. Είχε φτάσει 11 Αυγούστου και ήμουν χωρίς ομάδα. Αυτό συμβουλεύω τα νέα παιδιά: Μην φύγεις από καμία ομάδα, μην αφήσεις κανένα συμβόλαιο, αν δεν έχεις έτοιμη λύση.
Τότε ήμουν στην αγαπημένη μου Τζια και έκανα ατομικές προπονήσεις χωρίς να υπάρχει λύση στον ορίζοντα. Πίστευα ότι θα βρω ομάδα, αλλά δεν έβρισκα. Χτύπησε, λοιπόν, το τηλέφωνό μου. Ήταν ο τεχνικός διευθυντής του Παναθηναϊκού, Γιάσμικο Βέλιτς, ο οποίος μου είπε ότι με θέλουν στην ομάδα.
Ουσιαστικά ήταν απόφαση της οικογένειας Βαρδινογιάννη να τελειώσω την καριέρα μου στον Παναθηναϊκό. Δεν είχα καμία ανάμειξη, δεν είχα ενοχλήσει καθόλου.
Γύρισα για ένα χρόνο. Προσπάθησα να βοηθήσω την ομάδα όσο μπορούσα, έπαιζα κατά κύριο λόγο στα ευρωπαϊκά παιχνίδια γιατί ο Πεσέιρο έκανε αρκετό ροτέισον. Αυτή ήταν η φιλοσοφία του, αλλά για εμένα έκανε λάθος τότε. Γενικά δεν θεωρώ ότι ήταν καλός προπονητής και το έδειξε η μετέπειτα πορεία του.
Είχαμε μια πολύ καλή ομάδα και θα μπορούσαμε να πάρουμε το πρωτάθλημα. Τα Χριστούγεννα ήρθε ο Νίκος Σπυρόπουλος. Ήταν το επόμενο στοίχημά της ομάδας και καλά έκαναν γιατί μετά ο Σπυρόπουλος ήταν βασικό στέλεχος της Εθνικής. Εγώ κατάλαβα ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου.
Είχα προτάσεις να παίξω σε μικρότερες ομάδες στην Ελλάδα ή να συνεχίσω στον Πανιώνιο την καριέρα μου.
Πήρα την απόφαση να σταματήσω την καριέρα μου. Το είχα συζητήσει και με την οικογένειά μου. Δεν έκανα κάποιο post στα social media.
Πήρα το τελευταίο ζευγάρι παπούτσια που φορούσα. Την ώρα που το έκανα γύρισα την πλάτη μου να δω την Παιανία.
Ήμουν σίγουρος ότι θα γυρνούσα μια ημέρα, όπως συνέβη, από άλλο πόστο. Έτσι σταμάτησα στην καριέρα μου.
Το καλοκαίρι του 2008 πήγα στο Euro 2008 ως προσκεκλημένος του τότε προέδρου της ΕΠΟ, Βασίλη Γκαγκάτση. Εκείνος μου πρότεινε σε συνεννόηση με τον Ότο Ρεχάγκελ να γίνω τεχνικός διευθυντής της Εθνικής ομάδας.
Τότε η ομάδα δεν έκανε καλή πορεία, καθώς οι σύλλογοι άρχισαν να μπαίνουν μέσα στην Εθνική, λόγω των όσων συνέβησαν στο πρωτάθλημα του 2008. Αυτή ήταν μια δύσκολη καμπή για την Εθνική και κλήθηκα να βοηθήσω.
Ήταν μια φανταστική εμπειρία για εμένα, αλλά έπρεπε να ξεπεράσω τον ρόλο του ποδοσφαιριστή και το θέμα της φιλίας με τους παλαιότερους παίκτες της ομάδας. Δεν έγινε ποτέ αυτό, αλλά δεν ήμουν και συμπαίκτης τους. Είχα καταφέρει να τα ισορροπήσω στο μυαλό μου.
Όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω βγει να πω πόσα σεμινάρια έχω παρακολουθήσει, πόσες σχολές έκανα με τη βοήθεια της ΕΠΟ.
Αυτός ήταν ο στόχος μου, να ασχολούμαι με το γενικότερο μάνατζμεντ σε μια ομάδα και να έχω τις κατάλληλες πιστοποιήσεις.
Αυτά τα έξι χρόνια που ήμουν στην Εθνική παρακολούθησα πολλές σχολές και απέκτησα όλα όσα χρειάζονται προκειμένου να σταθώ δίπλα σε ένα προπονητή και να του μιλώ ποδοσφαιρικά. Να αποτελώ τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του προπονητή και των παικτών.
Οι προπονητές είναι αυτοί που αποφασίζουν, αλλά πάντοτε συζητούν με το τιμ τους, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για τον Ότο Ρεχάγκελ και τον Φερνάντο Σάντος.
Ο δεύτερος ήταν δική μου επιλογή μαζί με τον Σοφοκλή Πιλάβιο και είμαι περήφανος γι' αυτό διότι είχαμε σημαντικές επιτυχίες μαζί του. Θέλαμε να μπορέσουμε να χτίσουμε μια ομάδα που έπρεπε να αποπνέει σεβασμό και επιτυχία. Βοήθησε σε αυτό ότι έμειναν παιδιά από το 2004.
Ο Κατσουράνης, ο Καραγκούνης, ο Χαριστέας, ο Σεϊταρίδης. Αυτοί βοήθησαν στο χτίσιμο της νέας Εθνικής ομάδας και στη συνέχεια ήρθε η νέα γενιά. Ο Σαλπιγγίδης, ο Σαμαράς, ο Σωκράτης, ο Τοροσίδης, ο Μανωλάς, ο Γκέκας, ο Μήτρογλου. Ελπίζω να μην ξεχνάω κάποιον.
Πετύχαμε σπουδαία πράγματα στην Εθνική το διάστημα που ήμουν Τεχνικός Διευθυντής. Πήγαμε σε ένα Euro, το 2012, καθώς και σε δύο σερί Παγκόσμια Κύπελλα, το 2010 και το 2014. Φτάσαμε ουσιαστικά μία ανάσα από τα προημιτελικά του Μουντιάλ. Είχαμε μέταλλο και ξεχωριστούς παίκτες.
Ήταν τεράστιο κατόρθωμα για μία ομάδα που εξέπεμπε υγεία και αποτέλεσε μία απ' τις αγαπημένες εθνικές των Ελλήνων φιλάθλων. Δεν ήταν εύκολο, αλλά όταν προσπαθείς σκληρά και έχεις δίπλα σου αξιόλογους ανθρώπους, όλα είναι δυνατά.
Αυτό το έχτισα με πολύ μόχθο, ακολουθώντας το παράδειγμα της ομάδας του Euro 2004.
Θεωρώ ότι άφησα το στίγμα μου με επιτυχίες σε όλα τα τμήματα, όπως η παρουσία της Εθνικής Νέων στον τελικό του Euro το 2012, όπου ηττήθηκε 1-0 από την Ισπανία.
Σε εκείνη την ομάδα αγωνίζονταν παίκτες που αποτελούν βασικά στελέχη της Ανδρών, όπως ο Ανδρέας Μπουχαλάκης και ο Τάσος Μπακασέτας.
Η αλήθεια είναι πως με στεναχώρησε ο τρόπος που έφυγα τόσο εγώ όσο κι ο Φερνάντο Σάντος από την Εθνική. Τότε ήταν η περίφημη διοίκηση του Σαρρή.
Τους έλεγα: "Βρείτε έναν τεχνικό διευθυντή στη θέση μου. Βρείτε έναν άνθρωπο, δεν ξέρω πως θα τον πείτε, που θα του δώσετε έναν ρόλο. Πρέπει να έρθει ο νέος άνθρωπος να βοηθήσει τον προπονητή".
Σε μία ομάδα πρέπει να υπάρχουν κάποια στεγανά. Ποιος θα μιλήσει στον προπονητή και θα του πει για τη λειτουργία μίας Εθνικής ομάδας και θα τον εντάξει στο πλαίσιο του εκλέκτορα και όχι του προπονητή ενός κλαμπ. Η Εθνική δεν είναι κλαμπ.
Όταν ήρθε ο Φερνάντο Σάντος μού είπε : "Μην αφήνεις τους παίκτες να πηγαίνουν μισή ώρα για καφέ. Δεν θέλω να μπαίνει μουσική στα αποδυτήρια και θέλω να πάνε τα φυσικοθεραπευτήρια στην άλλη πλευρά".
Του είπα ότι ήρθε σε μια πετυχημένη ομάδα που προερχόταν από το Μουντιάλ 2010. Η Εθνική δεν είναι ένα κλαμπ. Είναι μια ομάδα με θεμελιώδεις αξίες και για έναν ποδοσφαιριστή πρέπει να είναι προτεραιότητα.
Πρέπει να έχει κόσμια συμπεριφορά και να είναι πρότυπο, αλλά την ίδια στιγμή πρέπει να του προσφέρεται ένα οικογενειακό κλίμα, μια γαλήνη.
Ο Σάντος συνέχισε να ζητάει αυτές τις αλλαγές. Τις κάνουμε, λοιπόν, και ξεκινάμε με δύο ισοπαλίες. Το 1-1 με τη Γεωργία και το 0-0 με την Κροατία εκτός. Θετικό αποτέλεσμα μεν, αλλά με δύο πόντους είχαμε μείνει πίσω.
Μετά από δύο μήνες έρχεται και μου λέει "μπορείς να ενημερώσεις τους παίκτες, έχουν ελεύθερο μια ώρα να πάνε και να πιουν καφέ, μπορούν να βάζουν μουσική και θέλω να τοποθετηθεί ξανά το φυσικοθεραπευτήριο στην άλλη πλευρά των αποδυτηρίων. Αυτή είναι η συνεργασία.
Μέσα από αυτό μπορείς να πετυχαίνεις πράγματα. Ο Φερνάντο μάς είχε εμπιστοσύνη. Συζητούσε πολύ, παρότι δεν του φαινόταν. Στο τέλος, όμως, αποφάσιζε αυτός και δεν τον ενοχλούσε κανένας. Έτσι πρέπει να γίνεται πάντα.
Ήταν απογοητευτικό ό,τι συνέβη το 2014 γιατί βγήκα σωστός. Δεν υπήρξε κάποιος να βοηθήσει τον Ρανιέρι, ο οποίος βέβαια δεν ήταν άμοιρος ευθυνών. Έπρεπε να πει από μόνος του ότι θέλει κάποιον να τον βοηθήσει.
Έρχεται σε μια Εθνική ομάδα, έπρεπε να ζητήσει να μάθει πώς λειτουργεί η ομάδα, τους κανόνες της και τις συνήθειές της.
Η ομάδα πέρασε μεγάλη καμπή, αλλά πλέον βλέπουμε ξανά με αισιοδοξία τα πράγματα. Ξεκινήσαμε το 2019 μαζί με τον Κώστα Κωνσταντινίδη, ο οποίος είναι Τεχνικός Διευθυντών όλων των Εθνικών ομάδων. Εγώ έχω διαφορετικό ρόλο ως αθλητικός διευθυντής μόνο της Ανδρών, το οποίο έχω αποδεχτεί και τον απολαμβάνω.
Έχουμε άψογη συνεργασία. Νομίζω ότι υπάρχει μια οργανωμένη δομή στην ομάδα και στον τρόπο λειτουργίας της.
Τηρούνται οι κανόνες και η Εθνική είναι προτεραιότητα για όλους. Επομένως, η συμμετοχή μας σε ένα μεγάλο τουρνουά δεν πρέπει να αργήσει να έρθει.
Το 2019 θυμάμαι στην πρώτη μου ομιλία είχα πει στους παίκτες: "Παιδιά βγαίνετε και λέτε στις δηλώσεις σας, θα δούμε το επόμενο ματς, είμαστε μια οικογένεια και όταν χάνατε λέγατε, δεν πειράζει θα κερδίσουμε το άλλο. Δεν είναι αυτό η Εθνική. Δεν είστε οικογένεια".
Δεν σημαίνει ότι δεν λάτρευαν την Εθνική ή δεν προσπαθούσαν γι' αυτήν, όμως τα πράγματα ήταν κάπου συγκεχυμένα. Είχαν άλλες προτεραιότητες. Τους είπα ότι πρέπει η προτεραιότητά τους να είναι η Εθνική και να το δείξουν με πράξεις.
Σίγουρα πείσμωσαν κάποια παιδιά. Δεν γίνεται αυτή η γενιά να μη διεκδικήσει μια είσοδο σε κάποιο τουρνουά.
Βοήθησε ο Τζον Φαν Σιπ και φυσικά ο Γκουστάβο Πογέτ που αυτός έφερε την επιτυχία μέσω του Nations League. Η ομάδα είναι σε καλό δρόμο. Έχει συνεχίσει την καλή πορεία την προηγούμενη που είχαμε και έχει βελτιωθεί στη νοοτροπία.
Ο Πογέτ είναι πιο κοντά μας. Εμείς ως Έλληνες παίζουμε με πάθος και ψυχή. Δεν παίζουν μόνο αυτά μπάλα, αλλά μέσα από το ταλέντο και τον τρόπο παιχνιδιού, μπορούμε να πετύχουμε τον στόχο μας. Είμαστε κοντά να το πετύχουμε.
Στο μεσοδιάστημα, όμως, υπήρξε και η ωραία εμπειρία με τον Παναθηναϊκό. Ήθελα να κάνω κάτι άμεσα όταν αποχώρησα από την Εθνική το 2014 και προέκυψε το ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού. Μου ζητήθηκε από τον Γιάννη Αλαφούζο να αναλάβω τη θέση του Διευθυντή ποδοσφαίρου.
Την πρώτη χρονιά μου, η ομάδα συνέχισε την ανοδική της πορεία, διεκδίκησε τον τίτλο. Έφτασε σε σημείο να κάνει εκπληκτικά playoffs. Κερδίζαμε παντού μέσα-έξω και βγήκαμε τελικά δεύτεροι. Μου θυμίζει κάτι από τη φετινή χρονιά, που εν τέλει η ομάδα κατέληξε δεύτερη.
Την πρώτη χρονιά έγιναν κάποιες προσθήκες και κρατήσαμε, όπως σου προείπα, σε καλό επίπεδο την ομάδα. Τη δεύτερη χρονιά αυτό που μας στοίχισε ήταν τα προκριματικά που ο Παναθηναϊκός δεν κατάφερε να μπει στους ομίλους. Μας επηρέασε σε οικονομικό σκέλος και έφερε γκρίνια στην ομάδα.
Αυτή ήταν μια αποτυχία. Δεν τη φοβάμαι, καθώς μέσα από αυτήν γινόμαστε καλύτεροι πάντα. Αλλά όταν Γιάννη Αντετοκούνμπο χάνει ο πρώτος από τον όγδοο, είναι μια αποτυχία.
Ναι, δεν σταματάς να προσπαθείς. Ναι, θα επιστρέψεις του χρόνου δυνατότερος, αλλά φίλε μου είναι αποτυχία.
Όταν προσπαθείς, δουλεύεις σκληρά προφανώς κάνεις και λάθη.
Δεν θυμάμαι πολλούς τεχνικούς διευθυντές στην Ελλάδα που πέτυχαν και πήραν πρωταθλήματα. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει αυτό.
Tότε συζήτησα με τον πρόεδρο και λύθηκε η συνεργασία μας κοινή συναινέσει. Χωρίσαμε έτσι απλά χωρίς κανένα πρόβλημα.
Μετά από δύο χρόνια επέστρεψα, καθώς μου προτάθηκε να γίνω διευθυντής στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού. Ήμουν τρία χρόνια εκεί και θεωρώ πως κάναμε πολύ καλή δουλειά.
Αυτό φαίνεται απ' τα παιδιά που έχουν αναδειχθεί και αγωνίζονται στην πρώτη ομάδα ή έχουν πάρει μεταγραφές, όπως για παράδειγμα ο Σωτήρης Αλεξανδρόπουλος.
Επίσης, εννιά από τα έντεκα παιδιά που πήραν πέρυσι το πρωτάθλημα Κ19, τα είχαμε επιλέξει μαζί με τους συνεργάτες μου.
Οι τίτλοι δεν σημαίνουν κάτι στις Ακαδημίες, αλλά η νοοτροπία του νικητή και η δημιουργία ισχυρών χαρακτήρων και προσωπικοτήτων στην οικογένεια του Παναθηναϊκού είναι απαραίτητη.
Και σε αυτό είμαι πεπεισμένος ότι συντελέσαμε αποφασιστικά μαζί τους συνεργάτες μου στο να αλλάξει η φιλοσοφία.
Κάποια παιδιά προχώρησαν και έκαναν καριέρα, γαλουχήθηκαν μαζί με εμένα και με τους προπονητές που εργάζονταν τότε πάνω στις αξίες του Παναθηναϊκού. Για εμένα, αποτελεί τεράστιο παράσημο η δουλειά που έκανα στις Ακαδημίες.
Τα τελευταία δύο χρόνια γίνεται τρομερή δουλειά στην ομάδα. Διοίκηση, παίκτες, αλλά και όλο το τεχνικό επιτελείο έχουν καταφέρει να επαναφέρουν την ομάδα στον δρόμο των επιτυχιών και θεωρώ πως τα επόμενα χρόνια θα είναι ακόμη καλύτερα.
Βλέπουμε ότι το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότεροι αθλητές βγαίνουν μπροστά και μιλούν για θέματα ψυχικής υγείας. Ήμουν τυχερός διότι αυτό το σκοτάδι δεν ήρθε στη ζωή μου, καθώς ανέλαβα απευθείας πόστο στην Εθνική.
Πενθούσα αυτά τα έξι χρόνια στην Εθνική που απουσίαζα από τους αγωνιστικούς χώρους, όντας όμως σε ένα νευραλγικό πόστο και σε μια αγαπημένη ομάδα.
Με συντάρασε ότι δεν μπορούσα να μπω σε αυτό το ορθογώνιο παραλληλόγραμμο και να τρέχω πάνω-κάτω και όταν το έκανα να μην το κάνω με την ίδια επιτυχία.
Προσπαθούσα να συμμετέχω και εγώ λίγο στις προπονήσεις, αλλά έλεγα "ωχ τι γίνεται εδώ;". Δεν μπορώ να πηδήξω, δεν μπορώ να σκοράρω, να κάνω ένα τάκλιν με την ίδια επιτυχία.
Από όταν σταμάτησα την καριέρα μου δουλεύω ακατάπαυστα και αυτό με βοήθησε. Όμως, πέρασα μια πάρα πολύ δύσκολη αγωνιστική περίοδο. Τότε πέρασα εγώ το δικό μου σκοτάδι.
Δεν παίρναμε το πρωτάθλημα με τον Παναθηναϊκό, ο κόσμος ήταν αγανακτισμένος γιατί δικαίως είχε απαιτήσεις από την ομάδα και τους ποδοσφαιριστές.
Και εγώ τώρα βρίσκομαι στη θέση τους. Ήταν ακόμα πιο απαιτητικός ο κόσμος στον Παναθηναϊκό, γιατί ήταν ένα τρομακτικό μέγεθος με ευρωπαϊκές επιτυχίες.
Εκείνη την περίοδο δεχόμουν τηλεφωνήματα, απειλές. Έξω από το σπίτι υπήρχαν άνθρωποι που μας συμπεριφέρονταν άσχημα.
Υπήρχε μία περίοδος που δεν ήταν πολύ ωραίο να παίζουμε εντός έδρας. Σε συντάρασσε να μη σε πιστεύουν οι ίδιοι σου οι οπαδοί, να ζητούν πιο πολλά από σένα και ποτέ με ωραίο τρόπο.
Ποτέ δεν κλάφτηκα. Ποτέ δεν ήθελα να μου μιλήσουν όμορφα. Πάντα είχα πείσμα. Έτσι κατάφερα, άλλωστε, να γίνω πρωταθλητής Ευρώπης. Όλους αυτούς που μιλούσαν άσχημα τους καταλάβαινα, αλλά δεν με απασχολούσαν γιατί δεν μιλούσαν με ωραίο τρόπο.
Το δικό μου το σκοτάδι ήρθε όταν άρχισα να αναρωτιέμαι μέσα μου αν έχουν δίκιο.
Δεν απέδιδα καλά και το ένιωθα μέσα μου όλο αυτό. Άρχισα να πιστεύω ότι έχουν δίκιο. Υπήρχε εκείνη η περίοδος που δεν μπορούσα να ανταπεξέλθω.
Η γυναίκα μου ήταν ψυχολόγος. Συζητώντας μαζί της με βοήθησε, αλλά δεν έπαυε να είναι ένας δικός μου άνθρωπος, ο οποίος τα έλεγε και με αγάπη. Ήταν ειλικρινής μαζί μου. Όταν έχεις αγάπη και ανθρώπους μπορείς να ξεπεράσεις τα πάντα.
Η σεζόν που ένιωσα απελευθερωμένος από αυτό το σκοτάδι ήταν η επόμενη της Ριζούπολης, με τον Σουμ. Με θέλει ο Σουμ στην ομάδα, παρά την πρόταση της Μπενφίκα, άρα αξίζω.
Έπαιξα καλά εκείνο το εξάμηνο και άρχισα να ανεβαίνω. Πήγα στη Λισαβόνα και έφυγα από την τοξικότητα που ένιωθα και μπόρεσα να κάνω ό,τι έκανα. Νομίζω όλοι το πέρασαν, αλλά η δική μου επιτυχία είναι ότι το ξεπέρασα.
Η γυναίκα μου έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Είμαστε μαζί από όταν ήμουν 19 χρονών. Περάσαν τα χρόνια. Έτσι είναι η πορεία της ζωής. Κάναμε μια όμορφη ζωή. Όταν αποφασίσαμε να κάνουμε οικογένεια γνωρίζαμε ότι οι προτεραιότητες αλλάζουν.
Ό,τι και να πω για τη Χριστίνα είναι λίγο. Προχωράμε στη ζωή μας, βλέπουμε να εξελίσσονται τα παιδιά μας.
Ποτέ δεν ήμουν στερημένος. Μεγάλωσα σε ένα υπέροχο οικογενειακό κλίμα με πολλή αγάπη και θα έβγαινε στην οικογένειά μου αυτό. Θέλω να είναι όλοι καλά. Έχω μια πανέμορφη οικογένεια που μου δίνει δύναμη. Είναι οι καλύτεροι μου φίλοι.
Είμαι ευτυχισμένος με αυτά. Στη ζωή δεν πρέπει κανείς να επαναπαύεται. Λέω στα νέα παιδιά ότι θα παίζουν μπάλα μέχρι μια ηλικία και δεν πρέπει να επαναπαύονται. Μετά θα κλείσει η κάνουλα. Δεν θα είσαι το ίδιο αναγνωρίσιμος, ούτε θα σε αγαπούν το ίδιο. Εγώ αυτό δεν το είχα ανάγκη, μόνο να με αγαπάει η οικογένειά μου.
Ήμουν πάντα ο εαυτός μου και σε όποιον αρέσω. Είχα μια ταυτότητα και δεν ήθελα ποτέ να είμαι αγαπητός από όλους. Γιατί δεν είναι φυσιολογικό.
Είμαι στην Εθνική και έχω τεράστιο σεβασμό σε όλα τα παιδιά. Παρ' όλα αυτά έχω μια ταυτότητα και δεν την έχω κρύψει ποτέ.
Λέω στους παίκτες ότι δεν σημαίνει τίποτα το γεγονός ότι είναι καλά οικονομικά αυτή στην στιγμή, διότι αυτό δεν θα συμβαίνει πάντα. Πρέπει να κοιτάξουν και τη ζωή μετά το ποδόσφαιρο.
Ονειρεύομαι ένα πρόγραμμα που θα εκπαιδεύουμε τους παίκτες πώς να διαχειρίζονται τα social media, τα οικονομικά τους και τη ζωή τους γενικότερα μετά το ποδόσφαιρο.
Είναι πολύ σημαντικό και είναι πολύ κρίμα που πολλοί άνθρωποι αδυνατούν να ορθοποδήσουν μόλις σταματήσουν το ποδόσφαιρο.
*Eυχαριστούμε το "Rumors" για τη φιλοξενία.
Επιμέλεια συνέντευξης: Θωμάς Τζουβάρας
Φωτογράφιση: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου / Tourette Photography
Art Director: Κωνσταντίνος Μπαντούνας
Image credits: INTIME SPORTS, Eurokinissi Sports