Οι αλήθειες της EuroLeague
Η ανάλυση του πρώτου γύρου
Κανονικά ο πρώτος γύρος της EuroLeague θα είχε 153 παιχνίδια. Εξαιτίας της αναβολής στο Ζάλγκιρις - Μιλάνο του Κάουνας (πριν απ' όλα τα υπόλοιπα) χάσαμε ένα από τα τελευταία στου δρόμου τα μισά και μείναμε με 152.
Η ουσία δεν αλλάζει, όπως και να 'χει. Το δείγμα γραφής είναι παραπάνω επαρκές για να γίνει ο απολογισμός των όσων μέχρι τώρα εκτυλίχθηκαν στα παρκέ της κορυφαίας διοργάνωσης και η έναρξη της δεύτερου γύρου η πιο ταιριαστή συνθήκη για να παρουσιαστούν από το SPORT24 τα πεπραγμένα των 18 ομάδων. Πριν από την "πλημμύρα" των δεκάδων κρουσμάτων.
Παρουσίαση με στοιχεία και λόγια που θα τα συνοδεύουν, θα τα εξηγούν και δεν θα τα καλύπτουν. Στοιχεία ομαδικά και ατομικά, στοιχεία για επίθεση και άμυνα, στοιχεία για στιλ παιχνιδιού και αποτελεσματικότητα προπονητικών τακτικών.
Έχει, φερ' ειπείν, απάντηση το γιατί η Μπαρτσελόνα προπορεύεται με 15-2 και δεν έχει χάσει από τις αρχές Νοεμβρίου όταν υπέστη τις διαδοχικές ήττες σε Τελ Αβίβ και Μιλάνο παρά τα προβλήματα τραυματισμών που αντιμετωπίζει; Εξηγείται με αριθμούς η διαφορά των οκτώ νικών που χωρίζει τον τρίτο Ολυμπιακό από τον προτελευταίο Παναθηναϊκό, λίγες ημέρες μετά τον μεταξύ τους αγώνα στο ΟΑΚΑ;
Είναι εμφανής ο λόγος που η Ζενίτ και η Ούνικς πηγαίνουν καλύτερα από την ΤΣΣΚΑ; Αλλά και ποια η αιτία που φρέναρε τη Μονακό ή τη Μακάμπι μετά το πολύ καλό ξεκίνημα που είχαν με συνέπεια η μεν ν' αλλάξει ήδη προπονητή (Σάσα Ομπράντοβιτς αντί Μίτροβιτς) και στην άλλη ν' αμφισβητείται διαρκώς ο Γιάννης Σφαιρόπουλος;
Αλιεύοντας τα απαιτούμενα στοιχεία από την πλούσια βάση δεδομένων της Instat Scout, επιχειρούμε ν' αποτυπώσουμε την ισχύουσα πραγματικότητα και να ορίσουμε τον πήχη για όλα αυτά που -καλώς εχόντων των πραγμάτων- θ' ακολουθήσουν έως τις 7 Απριλίου, την ημέρα δηλαδή ολοκλήρωσης της κανονικής περιόδου. Αφού πρώτα η λίγκα καταφέρει να διαχειριστεί το μέγα ζήτημα με την παραλλαγή Όμικρον του κορονοϊού που κυριαρχεί πια και προκαλεί τις αντοχές όλων των εμπλεκόμενων.
Λογικά τότε είναι που θα επανέλθουμε με τη σύγκριση των δύο μισών περιόδων και την ολική αποτίμηση της σεζόν πριν από τις μεγάλες μάχες των πλέι οφ μεταξύ των οκτώ κορυφαίων ομάδων στον δρόμο για το Final Four του Βερολίνου.
Η αρχή είναι το τέμπο
Η βάση όσων θ' ακολουθήσουν είναι ο αριθμός των συνολικών κατοχών με τις οποίες παίζει κάθε ομάδα στη διοργάνωση ως εδώ. Ή αλλιώς το τέμπο που της αρέσει να επιβάλει στα παιχνίδια της, γρήγορο ή αργό. Πολύ μεγάλες οι διαφορές μεταξύ των 18 δεν είναι, αλλά άξιες αναφοράς σίγουρα, γιατί δίνουν το στίγμα.
Με τον μέσο όρο να κυμαίνεται πάνω από τις 80 κατοχές ανά ματς, η Μονακό είναι αυτή που επιδιώκει ν' ανεβάσει τον αριθμό των επιθέσεων της, επηρεασμένη (και) από το παιχνίδι του Τζέιμς. Η γαλλική ομάδα ακολουθείται από την Μπαρτσελόνα και την Εφές, τις δύο περυσινές φιναλίστ, που -παρά την ικανότητα τους στο "5 εναντίον 5" χάρη στο γεμάτο ρόστερ τους- προτιμούν να τελειώνουν αρκετά άμεσα τις κατοχές τους.
Ο Ολυμπιακός κινείται ελάχιστα πάνω από το γενικό μέσο όρο, μπροστά από τη Φενέρμπαχτσε ή την Μπασκόνια, ενόσω ο Παναθηναϊκός είναι η πρώτη ομάδα χαμηλότερα του ορίου των 80 κατοχών, αφήνοντας όμως πίσω Βιλερμπάν και Μιλάνο, κυρίως διότι στα τελευταία δύο παιχνίδια του ανέβηκε πάνω από το εφετινό ταβάνι του.
Το ότι η Ζενίτ βρίσκεται μόνο πάνω από τον Ερυθρό Αστέρα δεν προξενεί εντύπωση δεδομένης της πάγιας προσέγγισης του Τσάβι Πασκουάλ να φτιάχνει κατά κόρον σύνολα που ελέγχουν το τέμπο και δεν αφήνουν να τους ξεφύγει.
Ο καθρέφτης σε άμυνα και επίθεση: οι καλύτερες και οι χειρότερες ομάδες του α' γύρου
Οι περισσότερες ή οι λιγότερες κατοχές δεν συνάδουν πάντα με την αποτελεσματικότητα των ομάδων στις δύο πλευρές του παρκέ. Ούτε η βιασύνη με την ταχύτητα σκέψης και κυρίως της εκτέλεσης του πλάνου που στο τέλος της ημέρας χαρίζει τις νίκες.
Είναι συχνό το φαινόμενο μια ομάδα ν' ανεβοκατεβαίνει το γήπεδο και να τρέχει ακατάπαυστα, αλλά να το κάνει άγαρμπα και πάνω απ' όλα άσκοπα. Ανάλογη, φυσικά, είναι η αφέλεια που εμφανίζεται -πολλές φορές- στην άμυνα με αρνητικές, εννοείται, επιπτώσεις.
Η EuroLeague είναι μεν μια διοργάνωση στην οποία κάθε ομάδα στην καλή βραδιά της μπορεί να νικήσει την άλλη, αλλά στου δρόμου τα μισά είναι αναπόφευκτο να έχει ήδη ο διαχωρισμός σε γκρουπ δυνατών και αδύναμων. Ομάδων που πρωταγωνιστούν κι αυτών που συμπληρώνουν. Τις αγωνιστικές αιτίες θα τις μελετήσουμε αμέσως.
Στο πρώτο γράφημα αποτυπώνεται η ικανότητα των ομάδων τόσο στο επιθετικό όσο και στο αμυντικό σκέλος (ανά κατοχή) μετά από 17 αγωνιστικές. Είναι δεδομένα το πιο κατατοπιστικό για την εικόνα των 18.
Όσο πιο δεξιά και ταυτόχρονα χαμηλά κινείται μια ομάδα τόσο καλύτερη είναι η γενική συμπεριφορά της στο παρκέ. Βγάζει ισορροπία σε ανώτατο επίπεδο, στοιχείο που ζητούν οι προπονητές. Δεξιά, γιατί παράγει περισσότερους πόντους και χαμηλά γιατί δέχεται λιγότερους.
Αντίθετα όσο πιο αριστερά και ψηλά βρίσκεται, η απόδοσή της είναι αντίστροφη. Κακή επιθετικά και μπόσικη αμυντικά.
Εδώ εδράζεται το 15-2 της Μπαρτσελόνα. Την ώρα που είναι η πιο παραγωγική ομάδα ανά κατοχή εκμεταλλευόμενη το γεμάτο ταλέντο ρόστερ της, παραμένει εξίσου αξιόπιστη στο πίσω μέρος του παρκέ, διασφαλίζοντας ότι δεν θα γκρεμίζει στην επόμενη άμυνα ό,τι έχει χτίσει στην επίθεσή της.
Ό,τι δεν καταφέρνει δηλαδή η δεύτερη σε παραγωγικότητα Εφές, εμφανίζοντας -για την ώρα- μια άμυνα αρκετά ευάλωτη και κάτω από τη μέση στους πόντους που δέχεται ανά κατοχή. Στοιχείο στο οποίο έχει παίξει ρόλο το νωθρό ξεκίνημα στην σεζόν.
Η ομάδα που προσεγγίζει τις επιδόσεις της Μπαρτσελόνα είναι ο Ολυμπιακός, αφού είναι η τρίτη (και τελευταία) ομάδα που σημειώνει πάνω από 1 πόντο ανά κατοχή στην επίθεση, ενώ παράλληλα εμφανίζει την κορυφαία αμυντική επίδοσή σε πόντους που δέχεται ανά κατοχή.
Αμυντικά η Ρεάλ είναι ένα συγκρίσιμο μέγεθος με τους ερυθρόλευκους (λόγω και την παρουσία του Ταβάρες). Το ίδιο και η Ούνικς του -υποψήφιου για αμυντικού της χρονιάς- Τζον Μπράουν. Μόνο που αμφότερες ψάχνουν βελτίωση στο επιθετικό κομμάτι, σημειώνοντας λιγότερο από 1π. σε κάθε κατοχή που τους αναλογεί.
Η Μιλάνο σκοράρει το ίδιο με Φενέρμπαχτσε, αλλά παίζει καλύτερη άμυνα, ενώ η Ζενίτ προσπαθεί να τις προσεγγίσει, αλλά απέχει αρκετά, διότι επιθετικά μοιάζει να έχει ταβάνι, πληρώνοντας την μακρά απουσία του Νέιπιερ.
Για την ΤΣΣΚΑ του Ιτούδη, τη Μακάμπι του Σφαιρόπουλου και τη Μονακό τα αμυντικά ζητήματα είναι ορατά και χρήζουν αντιμετώπισης.
Όσο για την Μπάγερν του Τρινκέρι, παλεύει αποκλειστικά μέσα από την καλή επίθεσή της να βρει την απαιτούμενη ευστάθεια.
Η Βιλερμπάν, αλλά κυρίως η Άλμπα (με χειρότερη αμυντική επίδοση όλων) είναι ακόμη πιο τρωτές όταν αμύνονται, χωρίς η επίθεσή τους να καλύπτει αυτήν την αδυναμία, όσο ο Ερυθρός Αστέρας των μεγάλων κορμιών ακολουθεί τη σταθερά της αμυντικής προσήλωσης για να επιβιώσει.
Παναθηναϊκός, Ζαλγκίρις και Μπασκόνια έχουν δυσκολευτεί πολύ στα μέσα της πορείας τους να παρουσιάσουν μια συνοχή που θα φέρει ένα υποφερτό αποτέλεσμα. Είναι οι ομάδες με τις χαμηλότερες επιδόσεις στην επίθεση και από τις λιγότερο αποτελεσματικές στην άμυνα. Λογική άρα η θέση τους στην κατάταξη.
Pick n Roll και Catch and Shoot
Στο σύγχρονο μπάσκετ οι δύο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους χτίζεται το επιθετικό πλάνο μίας ομάδας είναι το πικ εν ρολ του χειριστή (PnR Handler) και η άμεση εκτέλεση (Catch and Shoot).
Για τις 17 από τις 18 της φετινής EuroLeague αυτές είναι οι θεμελιώδεις κατηγορίες εκδήλωσης επιθέσεων. Γι' αυτό και τις εξετάζουμε σε παράλληλη δράση, δείχνοντας ποια κάνει καλύτερα τι από τα δύο.
Πρόκειται για ζητήματα που καταλαμβάνουν τον χώρο τους στο κεφάλαιο που ακολουθεί.
Μέσω του πρώτου γραφήματος έχει σημασία να δούμε τον συσχετισμό στις δύο κυρίαρχες επιλογές, μαθαίνοντας:
- ποιες ομάδες προτιμούν να δίνουν πρωτοβουλίες στους γκαρντ τους και σε ποιον βαθμό δουλεύουν ξανά και ξανά το σκριν πάνω στην μπάλα, περιμένοντας την απόφαση του χειριστή
- ποιες ανοίγουν καλύτερα το γήπεδο παίρνοντας περισσότερα από το σουτ, κυρίως τριών πόντων.
Οι ομάδες που κινούνται προς τα δεξιά του πίνακα κερδίζουν περισσότερους πόντους ανά κατοχή από τους χειριστές και αυτές που κινούνται ψηλότερα είναι πιο παραγωγικές από άμεση εκτέλεση.
Ο Ολυμπιακός ξεχωρίζει για το πικ εν ρολ, δίχως να εγκλωβίζεται σ' ένα στιλ. Η παρουσία παικτών με σουτ μετά από ντρίμπλα (Ντόρσεϊ, Σλούκας) παίζει σημαίνοντα ρόλο, αλλά θα ήταν χρήσιμο να εμφανίζει λίγο μεγαλύτερη παραγωγικότητα στην άμεση εκτέλεση. Ακόμη κι έτσι η πολυεπίπεδη επίθεση δεν αμφισβητείται.
Βέβαια το σπουδαίο νούμερο της Βιλερμπάν στο πικ εν ρολ (κορυφαία του είδους) εξηγείται από το γεγονός πως Οκόμπο - Τζόουνς στήνουν διαρκώς καταστάσεις για τους εαυτούς τους, παρόλο που η χαμηλή παραγωγικότητα σε Catch and Shoot καταδεικνύει την απουσία κλασικών σουτέρ.
Από την άλλη, η Μπαρτσελόνα είναι η κορυφαία ομάδα σε catch and shoot περιστάσεις (Μίροτιτς, Κούριτς, Λαπροβίτολα), αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται πληγωμένη από την μακρά απουσία των Καλάθη και Χίγκινς με μέτρια εικόνα στο PnR.
Η Μιλάνο συνδυάζει με θετικό πρόσημο τις δύο προσεγγίσεις, ποντάροντας κυρίως στο σουτ, με ικανούς πόιντ γκαρντ που εκτελούν (Ροντρίγκεθ, Ντιλέινι, Χολ), τους οποίους τους πλαισιώνουν καλοί σουτέρ (Σιλντς, Ντατόμε, Μήτογλου).
Η Ούνικς δείχνει γιατί είναι μία από τις ευχάριστες εκπλήξεις, ούσα πολύ καλή χάρη στην ικανότητα του Λ. Μπράουν στη δημιουργία και των Κάνααν, Ο Μέιο, Χεζόνια και Σπίσου στην εκτέλεση.
Στο γκρουπ με την ASVEL ανήκει ο Παναθηναϊκός, που αναζητά και βρίσκει σταθερά περισσότερο σκορ από καταστάσεις PnR.
Ολοφάνερα οι πράσινοι είναι σε χειρότερη μοίρα από τη Μακάμπι, την Εφές και την Άλμπα, που παίζουν καλά το πικ εν ρολ, χάρη στην παρουσία παικτών με ικανότητα στο σουτ μετά από ντρίμπλα.
Ο Ερυθρός Αστέρας είναι η ομάδα που ζει αποκλειστικά από το παιχνίδι με σκριν στην μπάλα, καθώς του λείπει η συνέπεια στην άμεση εκτέλεση.
Η ΤΣΣΚΑ έχει παίκτες για να αναμείξει τα δύο στιλ, αλλά οι συχνοί τραυματισμοί δεν την έχουν αφήσει να βρει ρυθμό και να είναι όσο αποτελεσματική θα ήθελε.
Η Μπάγερν και η Ρεάλ βρίσκουν περισσότερο σκορ από άμεσες εκτελέσεις, με τον Λάσο να ρίχνει συχνά 4 παίκτες με δεινότητα στο σουτ ταυτόχρονα στο παρκέ, την ώρα που στη Ζενίτ φαίνεται το κενό του Νέιπιερ.
Όπως στη θέση της Μπασκόνια αποτυπώνεται η κακή σεζόν Μπάλντουιν, με συνέπεια να επηρεάζεται η συνολική απόδοσή της και να τη σώζει το τρίποντο.
Φενέρμπαχτσε και Ζαλγκίρις δεν πιάνουν τον μέσο όρο σε κάποια εκ των δύο κατηγοριών.
Η Μονακό, τέλος, παρασύρεται από το γεγονός ότι με εξαίρεση τον Βέστερμαν (που έχει χάσει τον μισό α' γύρο) οι υπόλοιποι γκαρντ θέλουν την μπάλα στα χέρια και είναι μέτριοι σουτέρ.
Η μοναδική εξαίρεση του Post Up
Επειδή πάντως κάθε κανόνα, όπως τον προηγούμενο, τον ακολουθεί και τον συμπληρώνει μια εξαίρεση, η επιλογή του του post up γεννά μια επιπλέον συνθήκη διερεύνησης των πραγμάτων, καθώς μία και μόνο από τις 18 ομάδες προτιμά ως πρώτο τρόπο επίθεσης το παιχνίδι με πλάτη.
Έχει αντίκτυπο ή όχι μια τέτοια "παρασπονδία" από την υπόλοιπη τάση; Οι αριθμοί απαντούν.
Εδώ ως η εξαίρεση του "άβατου" αυτού κανόνα που θέλει τις 17/18 ομάδες να επιτίθενται είτε με PnR είτε με Catch and Shoot λειτουργεί η Μπαρτσελόνα, επενδύοντας κατά βάση στο παιχνίδι από το χαμηλό ποστ.
Θα δούμε ευθύς αμέσως τι ακριβώς σημαίνει αυτό κι αν, εν τέλει, δικαιώνει τον Σάρας η "εμμονή" του συγκριτικά με τις υπόλοιπες.
Όσο πιο ψηλά η εκάστοτε ομάδα τόσο περισσότερο επιλέγει το παιχνίδι με πλάτη και όσο πιο δεξιά τόσους περισσότερους πόντους ανά κατοχή κερδίζει.
Ο Γιασικεβίτσιους ζητάει να κατεβαίνει η μπάλα χαμηλά και η ομάδα του εκδηλώνει από εκεί την πλειονότητα των κατοχών για να εκμεταλλευτεί τα ψηλά κορμιά (Μίροτιτς, Ντέιβις, Οριόλα, Σμιτς).
Η αποτελεσματικότητα, βέβαια, είναι άλλη ιστορία. Όντως είναι η δεύτερη πιο παραγωγική ομάδα, αλλά συγκρίνοντας τον αριθμό με τις κατοχές της υστερεί (κυρίως γιατί ο Ντέιβις δεν δίνει πολύ σκορ). Η επιλογή παραμένει συνειδητή, καθώς επιδιώκεται η φθορά των αντιπάλων.
Η Μπάγερν είναι μακράν η πιο αποτελεσματική στο παιχνίδι με πλάτη, με τους Ρούμπιτ, Ντεσόν Τόμας και Λούτσιτς να εκτοξεύουν την παραγωγικότητά της ανά κατοχή.
Η Μιλάνο εμφανίζει την ίδια παραγωγικότητα με την Μπαρτσελόνα, αλλά με πολύ λιγότερες επιθέσεις κι αυτό έχει τη δική του αξία. Κάτι που με μικρότερη συνέπεια καταφέρνει και η Εφές, ποστάροντας ακόμη σπανιότερα.
Η Ρεάλ ακολουθεί πάνω από το μέσο όρο. Όπως και η Μακάμπι, που τελειώνει αρκετές κατοχές σε Post Up καταστάσεις με άξονα τον Ζίζιτς, κόντρα στο γεγονός πως έχει "πληγωθεί" από τη μέτρια σεζόν του Ρέινολντς.
Η Φενέρμπαχτσε και ο Αστέρας χρησιμοποιούν ενίοτε το ποστάρισμα ως τρόπο απειλής των αντιπάλων τους κυρίως με τα τριάρια τους (Πιέρ, Κάλινιτς), ενόσω οι άλλες ομάδες της διοργάνωσης σπανίως βρίσκουν σκορ με τέτοιο τρόπο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΤΣΣΚΑ, αφού η απουσία του Μιλουτίνοβ (όπως και του Σενγκέλια) έχει κρατήσει πολύ χαμηλά την παραγωγικότητά της στο post.
Ο Ολυμπιακός επιχειρεί να βρει σκορ από χαμηλά, καθώς η επιβλητική παρουσία του Φαλ οδηγεί σε αυτό. Ωστόσο ο Γάλλος έχει πολλές φορές ν' αντιμετωπίσει διπλό μαρκάρισμα και ο βαθμός δυσκολίας αυξάνεται, ρίχνοντας την παραγωγικότητα.
Η Ζαλγκίρις ξεκάθαρα και ο Παναθηναϊκός με την Ούνικς ακολούθως προτιμούν άλλες διεξόδους για να εκμεταλλευτούν τους ψηλούς τους. Το παιχνίδι στο ποστ δεν αρέσει ούτε σε Άλμπα και Βιλερμπάν.
Ο Ολυμπιακός του τρίποντου και ο Αστέρας του δίποντου
Οι τρόποι επίθεσης, όπως τους αναλύσαμε παραπάνω, είναι μία παράμετρος. Μια δεύτερη έχει να κάνει την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων και κατόπιν των εκτελέσεων.
Αν δηλαδή μια ομάδα επιχειρεί περισσότερα δίποντα ή τρίποντα και κυρίως πόσους πόντους κερδίζει από αυτά. Είναι μια επιμέρους τακτική επιλογή που δίνει ανάλογο αποτέλεσμα στη συνολική συγκομιδή των πόντων, αυξάνοντας την παραγωγικότητα.
Ας δούμε τι ισχύει.
Το γράφημα δεν αφορά τον συνολικό αριθμό των προσπαθειών, αλλά το είδος των σουτ και πόσα εξ αυτών καταλήγουν στον στόχο.
Κοινώς μετράμε την ποιότητα που κουβαλούν, γιατί το τρίποντο θα μετρά πάντα περισσότερο.
Από την εξίσωση αφαιρέσαμε τις βολές και βγάλαμε τον μέσο όρο των πόντων που κερδίζει κάθε ομάδα μέσα κι έξω από τη γραμμή των 6μ75 σε κάθε παιχνίδι της
Ψηλά στο σχέδιο βρίσκονται οι ομάδες που παίρνουν περισσότερους πόντους από τρίποντα και δεξιότερα αυτές που σκοράρουν κατά βάση με προσπάθειες μέσης ή κοντινής απόστασης, αποφεύγοντας τα πολλά ρίσκα.
Ο Ολυμπιακός εντάσσεται στο γκρουπ των πέντε ομάδων, των οποίων η αποτελεσματικότητα κινείται σε υψηλά επίπεδα.
Μάλιστα προπορεύεται, έναντι των τεσσάρων άλλων, στον μέσο όρο πόντων από σουτ 3π. λόγω των πολλών προσπαθειών που επιχειρεί (πρώτος σε όλη τη διοργάνωση), με την Μπαρτσελόνα να 'ναι αυτή που κρατά τη μερίδα του λέοντος στα δίποντα, χωρίς όμως να στερείται την απειλή από την περιφέρεια.
Η Εφές είναι πολύ επικίνδυνη απ' έξω, η Ούνικς όσο ισορροπημένη δείχνει η πορεία της και η Ρεάλ μια ομάδα που δεν φοβάται το σουτ.
Καμία εκ των παραπάνω πάντως δεν βρίσκεται πάνω από τη Μονακό ή τη Φενέρμπαχτσε σε πόντους από προσπάθειες δύο πόντων. Από αμφότερες πάντως λείπει το σταθερό μακρινό σουτ που θα της ανεβάσει επίπεδο.
Βιλερμπάν, Μακάμπι και Ερυθρός Αστέρας θα ήθελαν σίγουρα βελτιωμένη ευστοχία από την περιφέρεια, γιατί μέσα από τη γραμμή είναι αποδοτικές.
Αντιθέτως Άλμπα, Μιλάνο, Ζενίτ και Ζαλγκίρις εμφανίζουν το αντίστροφο αποτέλεσμα, απειλώντας κυρίως από μακριά, ενόσω η ΤΣΣΚΑ πασχίζει να μπει στην κατηγορία των ομάδων με την ελίτ ισορροπία στο παιχνίδι της.
Ο Παναθηναϊκός, η Μπασκόνια και σε δεύτερο επίπεδο η Μπάγερν είναι ομάδες με κάτω του μετρίου επιδόσεις στις δύο κατηγορίες.
Η εικόνα στην άμυνα
Αντιστρέφοντας την εικόνα του παρκέ, θα πάμε στην αμυντική ανταπόκριση των δύο βασικών καταστάσεων με τις οποίες έρχονται κατά κόρον αντιμέτωπες οι ομάδες της διοργάνωσης. Πρόκειται για την άμυνα στον χειριστή του πικ εν ρολ και για την άμυνα στον παίκτη που σουτάρει.
Είναι σημαντικό, διότι αποτυπώνεται η τακτική αναχαίτισης των βασικών ατού των αντιπάλων και αν αυτή είναι επιτυχημένη ή όχι.
Το γράφημα δηλώνει πως όσο δεξιότερα και ψηλά βρίσκεται μια ομάδα τόσο πιο άσχημα ανταποκρίνεται στο πίσω μέρος του παρκέ.
Κι όσο χαμηλότερα και αριστερά βρίσκεται τόσο πιο αποτελεσματική είναι όταν δεν έχει την μπάλα και προσπαθεί ν' αποφύγει το καλάθι κερδίζοντας μια νέα κατοχή.
Ο Ολυμπιακός μοιράζεται με τον Ερυθρό Αστέρα και τη Ούνικς το ταμπλό των πιο αποτελεσματικών ομάδων, αποτρέποντας με συνέπεια το σκοράρισμα από τις δύο συνθήκες. Οι προσθήκες των Φαλ - Γουόκαπ έχουν επηρεάσει την εικόνα των "ερυθρόλευκων" στην κάλυψη του πικ εν ρολ, την ίδια στιγμή που το μέγεθος στην περιφέρεια κλείνει χώρους.
Ο Αστέρας στηρίζεται επίσης στο μέγεθός του για να είναι αποδοτικός, ενώ για την Ούνικς είναι η παρουσία του Τζ. Μπράουν που αλλάζει τα δεδομένα.
Ενδιαφέρουσα η θέση των Βιλερμπάν, Ρεάλ και Ζενίτ, των οποίων η πενιχρή αποτελεσματικότητα στο catch and shoot είναι αντιστρόφως ανάλογη της ικανότητας να στερήσουν από τον αντίπαλο χειριστή ένα άνετο τελείωμα.
Η παρουσία των Αντετοκούνμπο - Γκιστ - Φαλ στους Γάλλους, του Ταβάρες στη Ρεάλ και των Πόιθρες - Μίκι στη Ζενίτ εξηγούν την ικανότητα αυτών των ομάδων στην κάλυψη του PnR, ενώ την ίδια στιγμή οι τραυματισμοί περιφερειακών των Μαδριλένων και η ασυνέπεια των γκαρντ Γάλλων και Ρώσων τούς εκθέτει περιφερειακά.
Η Μονακό και η Εφές αντιμετωπίζουν αντίστοιχα ζόρια στην περιφέρεια, αντίθετα με την ΤΣΣΚΑ, για την οποία το μείζον ζήτημα εντοπίζεται αμέσως μετά το βασικό σκριν στην μπάλα.
Η Μπαρτσελόνα, η Μπάγερν και η Μιλάνο κινούνται στα όρια του μέσου όρου, με τη Φενέρμπαχτσε να "ξεφεύγει" λίγο ταλαιπωρημένη από τους πόντους που δέχεται σε περιπτώσεις catch and shoot.
Φαντάζει λογική από την άλλη η ακραία θέση της Ζάλγκιρις, της οποίας η κάκιστη επίδοση συγκρίνεται μονάχα με της Άλμπα. Η γερμανική ομάδα σώζεται από την άμυνα πάνω στην άμεση εκτέλεση.
Η Μακάμπι προσέχει περισσότερο την άμυνα σε πικ εν ρολ χειριστή, επιτρέποντας πάρα πολλούς πόντους από catch and shoot.
Στο κορμί του Παναθηναϊκού αφήνει ανοικτές πληγές το ότι το ρόστερ, με εξαίρεση τον Σαντ-Ρος, δεν έχει περιφερειακό με μέγεθος. Συνέπεια αυτού είναι οι "πράσινοι" να αντιμετωπίζουν ζήτημα τόσο στην άμυνα στο πικ εν ρολ όσο και στην περιφέρεια, διότι τα κοντά γκαρντ δεν κρύβουν την ορατότητα των παικτών που έχουν χρεωθεί.
Τα πράγματα στο PnR θα μπορούσαν να είναι χειρότερα, εντούτοις ο Παπαγιάννης φροντίζει να μην αφήνει την κατάσταση να ξεφύγει.
Μίροτιτς, Βεζένκοβ, Καλάθης: οι κορυφαίοι παίκτες στις βασικές κατηγορίες
Εξατομικεύοντας τα παραπάνω, θα μεταφερθούμε στους παίκτες ατομικά αναζητώντας τους κορυφαίους, περιφερειακούς ή ψηλούς, κάθε σημαντικής κατηγορίας που παίζει ρόλο στη ροή των αγώνων.
Προκειμένου το δείγμα που συλλέξαμε να είναι φερέγγυο, ορίσαμε (όχι αυθαίρετα) έναν ορισμένο αριθμό κατοχών για κάθε μία εκ των περιπτώσεων, αποκλείοντας περιπτώσεις των οποίων η συμμετοχή τους ή οι ενέργειές του ήταν, μέχρι τώρα, περιορισμένες και επηρέαζαν το τελικό συμπέρασμα.
Αφετηρία αποτελεί η αποτελεσματικότητα ανά κατοχή κάθε παίκτη (μίνιμουμ 50 προσπάθειες).
Κατηγορία στην οποία παραδοσιακά καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις είτε σέντερ (τελειώνοντας τις εκάστοτε φάσεις από κοντά) είτε σουτέρ (επειδή η πλειονότητα των προσπαθειών τους είναι τρίποντα).
Ο πρώτος είναι ο Μίροτιτς. Ο ηγέτης της Μπαρτσελόνα έχει ξεφύγει του ανταγωνισμού και δικαίως λογίζεται ως φαβορί για τον τίτλο του MVP σεζόν, αν παραμείνει υγιής. Για την ώρα είναι το απόλυτο υπερόπλο.
Ο Χολ αποδεικνύεται ένα χαρτί που η Μονακό έπρεπε ν' αξιοποιήσει καλύτερα, ενώ ο αριθμός των Πλάις - Ταβάρες επαληθεύει την καλή σεζόν που διανύουν.
Ο αειθαλής Μιλάκνις της Ζάλγκιρις κάνει ένα πράγμα (σουτ πίσω από το σκριν), αλλά τέλεια, όπως ακριβώς ο Έρικσον - η σταθερή αξία για την Άλμπα.
Ο πρώτος παίκτης ελληνικής ομάδας που κερδίζει χώρο στην πρώτη 15άδα είναι ο Βεζένκοβ, ο Βούλγαρος φόργουορντ του Ολυμπιακού, στην πιο απολαυστική έκδοση του εαυτού του κατά την έβδομη σεζόν του στην EuroLeague. Προτού πιο κάτω συναντήσουμε τον Μουστάφα Φαλ.
Η συνέχεια αφορά τους παίκτες που, ως χειριστές, παράγουν τους περισσότερους πόντους ανά κατοχή από καταστάσεις πικ εν ρολ.
Διότι, μετράει το σκριν που θα πάρει ο κάτοχος της μπάλας, αλλά παράλληλα θα πρέπει να βρει τον τρόπο για να το αξιοποιήσει. Το μίνιμουμ των επιθέσεων που λάβαμε υπ' όψιν ήταν οι 30.
Ο Τάιλερ Ντόρσεϊ, ποντάροντας στο σουτ του από ντρίμπλσ, κρατά την πρωτοκαθεδρία στους παίκτες που δίνουν τα περισσότερα ως χειριστές μετά το σκριν. Η κορυφή του ανήκει εξ αδιαιρέτου με τον Νέιτ Γουόλτερς του Ερυθρού Αστέρα, έναν κατ' εξοχήν πόιντ γκαρντ που στήνει τέτοιες καταστάσεις.
Ο Ολυμπιακός διαθέτει δύο παίκτες στην πρώτη πεντάδα, καθώς μετά τον Μίτσιτς της Εφές και τον Οκόμπο της Βιλερμπάν, έρχεται ο Κώστας Σλούκας.
Ο Ντάριλ Μέικον του Παναθηναϊκού ακολουθεί τον Σέιν Λάρκιν, επιβεβαιώνοντας την ομαλή μετάβασή του από το περιβάλλον του BCL στην EuroLeague. Κάτι που για έναν ρούκι στη διοργάνωση δεν είναι αμελητέο.
Αν ο περιφερειακός δεν εκτελέσει και πασάρει, κάποιος θα υποδεχθεί την μπάλα. Πιθανόν αυτός που θα έχει σκρινάρει κι αμέσως θα έχει βυθιστεί προς τη ρακέτα.
Είναι λογικό η κατηγορία των πόντων από ρολάρισμα ανά κατοχή να γεμίζει από ψηλούς που διαθέτουν άριστη επαφή με το καλάθι και δύσκολα κόβονται σε πλεονεκτική θέση. Καθένας εξ αυτών έχει τελειώσει τουλάχιστον 15 επιθέσεις.
Ο θηριώδης Ταβάρες είναι ο πιο αποδοτικός. Ο σέντερ τη Ρεάλ ξετινάζει τα κοντέρ, αφού αν οι γκαρντ τον τροφοδοτήσουν στον σωστό χρόνο, θα τελειώσει δυναμικά τη φάση.
Όχι μακριά ο νεαρός Όσκαρ Ντα Σίλβα της Άλμπα, που μας συστήθηκε εφέτος και στηρίζεται στην ταχύτητα με την οποία ρολάρει στο καλάθι.
Η παρουσία του Χολ (Μονακό) επιβεβαιώνει πως ανήκει στους αξιόπιστους ψηλούς της λίγκας, ενόσω οι Ντάνστον (Εφές) και Μπλάζεβιτς (Ζάλγκιρις) συνθέτουν το δίδυμο του χθες και του αύριο.
Αμφότεροι προηγούνται του Μάρτιν (που έχει υψηλό αριθμό κι αρκετές επιθέσεις για όσο παίζει) και του Παπαγιάννη (των άλει ουπ), οι οποίοι παράγουν σχεδόν τους ίδιους πόντους .
Εφές, Ρεάλ και Μονακό εμφανίζουν και δεύτερο παίκτη στη 15άδα (Πλάις, Πουαριέ, Μοτιεγιούνας).
Με το μπάσκετ να έχει πια πολύ περισσότερο μακρινό σουτ από παλιότερα οι παίκτες που εκτελούν καλά απ' έξω είναι πολύτιμοι.
Το γράφημα παρουσιάζει όσους όχι μόνο σουτάρουν με συνέπεια, αλλά αυτούς που προσφέρουν τους περισσότερους πόντους ανά κατοχή από καταστάσεις άμεσης εκτέλεσης.
Το χαμηλό όριο ήταν οι 20 προσπάθειες, ουχί λιγότερες.
Ο Κάνααν της Ούνικς είναι ο πιο παραγωγικός όλων, με το εξωφρενικό 1.97π. ανά κατοχή. Είναι, ούτως ή άλλως, η βασική πηγή σκοραρίσματος της ρωσικής ομάδας, πάνω από τον Χεζόνια.
Απόλυτα λογική και η παρουσία του Μίροτιτς στη δεύτερη θέση, όπως και εκείνη του -σταθερά απειλητικού- Ντατόμε (Μιλάνο), με τον εξαιρετικό ρούκι Ντέβον Χολ (Μιλάνο) και τον σταθερό Γκρέιντζερ (Μπασκόνια) να συμπληρώνουν την 5άδα.
Ο Βεζένκοβ είναι ο μόνος εκπρόσωπος ελληνικής ομάδας με μια θέση στους 15 με τουλάχιστον 20 εκτελεσμένες προσπάθειες, αν και υπολείπεται των Φοντέκιο, Ρούμπιτ και Φόγκτμαν.
Μίνιμουμ 15 είναι οι κατοχές που θα έπρεπε να έχει αναλάβει ένας παίκτης για να ενταχθεί στην κατηγορία των πιο παραγωγικών παικτών ανά κατοχή με πλάτη.
Μια κατηγορία που τη σήμερον δεν αφορά αποκλειστικά τους ψηλούς και σίγουρα όχι μόνο παίκτες της Μπαρτσελόνα.
Τον πρώτο Ταβάρες στην κατηγορία των rollers, τον συναντάμε μόλις όγδοο στους πόντους ανά κατοχή μετά από ποστάρισμα.
Αυτήν την κορυφή κατακτά ο Ιταλός Φοντέκιο (Μπασκόνια), ένας εκ των καλύτερων περιφερειακών στο παιχνίδι με πλάτη, ανταγωνιζόμενος τον Μίροτιτς για την πρωτιά, σε απόσταση από τον τρίτο Ντεσόν Τόμας.
Το όριο τους ενός πόντου ανά κατοχή υπερβαίνουν ταυτόχρονα οι Νάναλι και Ζίζιτς (Μακάμπι), πριν οι Ρούμπιτ (Μπάγερν) και Κουζμίνσκας (Ζενίτ) κλείσουν την επτάδα του +1.
Ο Μουστάφα Φαλ δίνει 0.95 πόντους ανά κατοχή στον Ολυμπιακό, σ' ένα καλό νούμερο. Το γεγονός πως βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τον Βέσελι και πάνω από τον Σενγκέλια δείχνει πολλά.
Θα αξιολογήσουμε, τέλος, την "ποσότητα" της δημιουργίας ενός πασέρ. Διότι μια ασίστ είναι δυνατόν να προσφέρει από 1 ως 4 πόντους σε μια επίθεση και ένας δημιουργός με λιγότερες τελικές πάσες να χαρίσει περισσότερους πόντους ανά ματς στην ομάδα του από έναν άλλον που μοιράζει περισσότερες σε αριθμό αλλά λιγότερο επικερδείς.
Με τη συνδρομή των data analytics μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσους πόντους χαρίζει καθένας από τους 15 πρώτους πασέρ της διοργάνωσης.
Σε αυτήν την κατηγορία η πρωτιά του Νικ Καλάθη (που τον έχει στερηθεί πολύ η Μπαρτσελόνα) αμφισβητείται ως ένα σημείο, διότι και ο Μάικ Τζέιμς μπορεί, εφόσον θέλει, να γίνει ένας πολύ ποιοτικός δημιουργός για τη Μονακό.
Ο Λ. Μπράουν έχει ίδιο μέσο όρο σε τελικές πάσες με τον Τζέιμς, αλλά η Ούνικς παίρνει λιγότερους πόντους, την ώρα που ο Ερτέλ (Ρεάλ) των λιγότερων ασίστ ανά ματς ξεπερνά τον Ροντρίγκεθ των περισσότερων, που είναι ο βασικός εγκέφαλος της Μιλάνο.
Ειδική μνεία στον Λουκ Σίκμα της Άλμπα, τον μοναδικό ψηλό στους 15 που λειτουργεί ως καθοδηγητής - καθηγητής από το ποστ.
Ο πλήρης Βεζένκοβ, ο σταθερός Ντόρσεϊ και ο χρήσιμος ΜακΚίσικ
Το τελευταίο σκέλος της ανάλυσης αφορά τα πεπραγμένα Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού από την έναρξη της διοργάνωσης και μέχρι το αποτέλεσμα του μεταξύ τους ντέρμπι. Η αρχή αφορά τους ερυθρόλευκους.
Είναι ξεκάθαρο άλλωστε πως ο Ολυμπιακός του θριάμβου στο ΟΑΚΑ, του 12-5 και της τρίτης θέσης στην κατάταξης βρίσκεται αρκετά βήματα μπροστά.
Εκ των πραγμάτων διαθέτει παίκτες που ξέρουν να κάνουν τη δουλειά που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει.
Φαίνεται τόσο από την παραγωγικότητά τους στην επίθεση όσο και την απόδοσή τους στην άμυνα, όπως θα δείξουμε παρακάτω.
Ο κορονοϊός φρενάρει για την ώρα τους ερυθρόλευκους, αλλά οι συσχετισμοί επίθεσης ανά κατοχή και άμυνας ανά κατοχή είναι εκεί για να συντροφεύουν τους παίκτες του Μπαρτζώκα στο δεύτερο μισό της χρονιάς προκειμένου η συνέχεια να είναι ανάλογη.
Ο μπούσουλας υπάρχει.
Σε πρώτο επίπεδο εξετάζουμε τους πόντους ανά κατοχή που χαρίζει στην ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα ο κάθε παίκτης του ρόστερ, ανεξάρτητα από τον χρόνο παραμονής του στο παρκέ.
Διότι η παραγωγικότητα στην επίθεση δεν αφορά μονάχα τους πόντους, αλλά κυρίως την οικονομία αυτών: με ποια συχνότητα έρχονται.
Στον Ολυμπιακό ο καλύτερος σκόρερ είναι ο Σάσα Βεζένκοβ. Η παραγωγικότητά του στην επίθεση δεν αφορά μονάχα τον μέσο όρο του, διότι παίζει άλλωστε περισσότερο από άλλους.
Αυτό που έχει αξία είναι πως ο Βούλγαρος φόργουορντ προσφέρει την καλύτερη αναλογία πόντων ανά κατοχή κι αυτός ο αριθμός τον φέρνει στην πρωτιά.
Αυτός που τον "ανταγωνίζεται" παρεα με τον Φαλείναιο Τάιλερ Ντόρσεϊ, ο οποίος έχει αφομοιωθεί πλήρως στο ρόστερ και αποτελεί ένα βασικό όπλο για τον Γιώργο Μπαρτζώκα.
Το νούμερο του Χασάν Μάρτιν, που συμπληρώνει την τετράδα, δεν προκαλεί εντύπωση, αφού παραμένει ένας ψηλός με τρομερή έφεση στην επίθεση μετά από πικ εν ρολ.
Αντίθετα, η χαμηλή επίδοση του Τόμας Γουόκαπ αντανακλά τον διαφορετικό ρόλο που του έχει ανατεθεί, αφού δεν του ζητείται σκορ.
Η αμυντική συνεισφορά είναι μια άλλη παράμετρος που για μία εκ των κορυφαίων ομάδων της διοργάνωσης σε αυτό το σκέλος εχει διπλή αξία. Ιδίως, εφόσον συνδυάζεται αρμονικά με μια επιθετική συνέπεια.
Τα ευρήματα έχουν φυσικά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Σπουδαία εδώ -και μαζί κορυφαία- είναι επίδοση του μαχητικού Γιαννούλη Λαρεντζάκη, την ώρα που ο Σακίλ ΜακΚίσικ τον πιέζει διεκδικώντας την πρωτιά. Ο Αμερικανός είναι τέταρτος σε παραγωγικότητα πόντων και δεύτερος σε αμυντική αποτελεσματικότητα, ένα εκρηκτικό μείγμα για οποιονδήποτε παίκτη, πόσο μάλλον για έναν που έχει περιορισμένο χρόνο συγκριτικά με άλλους.
Ο αριθμός του Βεζένκοβ είναι απόδειξη της συνολικής βελτίωσης που έχει εμφανίσει την τελευταία διετία και ο αντίστοιχος του Ντόρσεϊ ότι δεν αμελεί τα αμυντικά καθήκοντά του, όντας συχνά αυτός που μαρκάρει σε όλο το γήπεδο τον χειριστή των αντιπάλων
Ο Γουόκαπ είναι κι εδώ χαμηλά. Μοιάζει θεωρητικά "ευάλωτος", ωστόσο υπάρχει μία σημαντική λεπτομέρεια: συνήθως αναλαμβάνει τον πιο επικίνδυνο παίκτη των αντιπάλων. Το θέμα δηλαδή στην περίπτωσή του δεν είναι πόσους πόντους δέχεται ανά κατοχή, αλλά πόσο μειώνει την παραγωγικότητα των παικτών που καλείται να μαρκάρει.
Ο Σλούκας επιτρέπει περισσότερους πόντους απ' όσους σκοράρει ανά κατοχή, αφού συχνά γίνεται στόχος της αντίπαλης τακτικής.
Η αναλογία επίθεσης - άμυνας δίνει τη σκυτάλη σε αυτήν των ατομικών πόντων προς τους έξτρα πόντους που δίνουν οι πάσες του κάθε παίκτη.
Ποια δηλαδή η συμμετοχή του καθενός και η σημαντικότητά του όταν ο Ολυμπιακός έχει την μπάλα και ψάχνει να βρει τρόπο να σκοράρει.
Το γράφημα εξηγεί με σαφήνεια ποιοι παίκτες συνδέονται περισσότερο με το αντίπαλο καλάθι και ποιοι φτιάχνουν σκορ για τους συμπαίκτες τους.
Οι κορυφαίοι σκόρερ κινούνται όσο το δυνατόν δεξιότερα και οι ποιοτικότεροι δημιουργοί κινούνται ψηλά.
Ο Σλούκας είναι βασιλικότερος του βασιλέως εδώ, φροντίζοντας να ισορροπεί τις αδυναμίες του στην άμυνα με τους πόντους που προσφέρει στην άλλη πλευρά. Δεν είναι μόνο οι 10.6 προσωπικοί του, αλλά και 9.4 που φτιάχνει στους άλλους από τις δικές του ασίστ.
Παρόλο που σκοράρει λίγο, ο Γουόκαπ εμφανίζει τη δεύτερη καλύτερη επίδοση παίκτη των ερυθρόλευκων στον τομέα των ασίστ.
Ψηλότερα και από τον Ντόρσεϊ και από τον Βεζένκοβ, που είναι μεν καλύτεροι σκόρερ από τον Αμερικανό, αλλά όπως φαίνεται δεν έχουν κατά νου μόνο να τελειώσουν τις φάσεις, αλλά να δουν τον ελεύθερο πασάροντας σωστά την μπάλα.
Η επίθεση του Παπαγιάννη και η άμυνα του Νέντοβτς
Το τι κρύβεται πίσω 4-13 του Παναθηναϊκού δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς. Αρκεί να έχει παρακολουθήσει κάμποσα από τα παιχνίδια του εφέτος στη διοργάνωση.
Το μπάτζετ είναι μια σημαντική παράμετρος. Η δομή του ρόστερ μια δεύτερη, εξίσου βαρύνουσα. Η ατομική προσφορά των παικτών μια τρίτη και αυτή που στο φινάλε έχει τον αντίκτυπο στο παρκέ. Διαπιστώνοντας πόσο ωφέλιμος είναι, εν τέλει, στο σύνολο που ανήκει.
Η σύγκριση επίθεσης / άμυνας προσφέρει συμπεράσματα.
Από τις μετρήσεις ήταν λογικό να εξαιρεθούν, για να μην αδικηθούν, οι νεαροί Ματζούκας και Αβδάλας, όπως επίσης και αυτοί που αποχώρησαν νωρίς (Φέρελ, Φλόιντ), έχοντας προηγουμένως συνεισφέρει ελάχιστα.
Η αρχική αποτύπωση σχετίζεται με την επιθετική συνεισφορά του κάθε παίκτη σε πόντους ανά κατοχή.
Το αποτέλεσμα έρχεται -μάλλον- να πιστοποιήσει, με σφραγίδα και υπογραφή, την έλλειψη λύσεων στο τριφύλλι.
Ο Δημήτρης Πρίφτης γνωρίζει πια τι μπορεί να καρπωθεί από κάθε παίκτη του.
Ο Γιώργος Παπαγιάννης είναι ο ένας από τους τέσσερις παίκτες των πρασίνων που δίνουν τουλάχιστον 1 πόντο ανά κατοχή. Κι ας μην είναι ο πρώτος, αλλά ο τέταρτος σε μέσο όρο σκόρερ του Παναθηναϊκού στη διοργάνωση, αποδεικνύεται ο πλέον αξιόπιστος όταν παίρνει καλά την μπάλα.
Η επίδοση του Ντάριλ Μέικον δεν είναι απρόσμενη, όταν ηγείται του σκοραρίσματος και κουβαλά πίσω τους 34 πόντους του αγώνα με την Εφές και άλλα 13 ματς με διψήφιο αριθμό. Παρόλα αυτά η διαφορά που τον χωρίζει από τον χρήσιμο Κασελάκη και τον Έβανς είναι ελάχιστη.
Από την άλλη, οι Νέντοβιτς και Παπαπέτρου, στην προσπάθειά τους να προσφέρουν λύσεις είτε σε καίρια σημεία των αγώνων είτε όταν δεν διαφαίνεται φως στο τούνελ, ρίχνουν την παραγωγικότητά τους και μουτζουρώνουν ως ένα σημείο την επιθετική εικόνα τους.
Ενδεχομένως η έλλειψη επιθετικών επιλογών στον Παναθηναϊκό να αντισταθμιζόταν από μια καλοδουλεμένη και συμπαγή άμυνα.
Οι πόντοι που δέχεται κάθε παίκτης ανά κατοχή δεν μπορούν να στηρίξουν κάτι τέτοιο, όσο κι αν οι ζώνες που επιστράτευσε ο Δημήτρης Πρίφτης στα τελευταία παιχνίδια έδειξαν να αναδιαμορφώνουν, χωρίς επί της ουσίας, να βελτιώνουν την ομαδική ανταπόκριση.
Σε κόντρα ρόλο ο Νεμάνια Νέντοβιτς, που παλεύει να ηγηθεί απέναντι στα προβλήματα τραυματισμών, αποδεικνύεται ότι είναι πιο συνεπής αμυντικά απ' όσο φαντάζεται κάποιος, αν και σε αυτό παίζει ρόλο ότι αναλαμβάνει συνήθως το μαρκάρισμα αντιπάλων που απειλούν λιγότερο έτσι ώστε να μην επιβαρύνεται.
Σε αντίθεση δηλαδή με ό,τι ισχύει για τον Σαντ-Ρος, ο οποίος πέφτει πάνω στα "βαριά χαρτιά" των αντιπάλων, με συνέπεια η δική του απόδοση στην άμυνα να είναι η δεύτερη χαμηλότερη στην ομάδα.
Ο Κουβανός είναι χαμηλότερα ακόμη κι από τον Κέντρικ Πέρι, ο οποίος, εκτός από ο λιγότερο παραγωγικός παίκτης των πρασίνων στην επίθεση, είναι κι ένας εκ των χειρότερων στην άμυνα.
Συνολικά είναι μάλιστα επτά οι παίκτες που δέχονται τουλάχιστον 1 πόντο ανά κατοχή.
Κλείνουμε με την αναλογία πόντων ατομικού σκοραρίσματος προς του πόντους που προσφέρει ο κάθε παίκτης μέσα από ασίστ που δημιουργεί.
Είναι άλλος ένας τρόπος να επαληθευτεί το τεράστιο κενό στη δημιουργία από τον άσο.
Το γράφημα διαβάζεται ακριβώς όπως το αντίστοιχο για τον Ολυμπιακό.
Επαναλαμβάνουμε ότι όσο πιο δεξιά είναι ένας παίκτης τόσο καλύτερος σκόρερ είναι και όσο ψηλότερα σε χώρο τόσους περισσότερους πόντους δίνει από ασίστ στον Παναθηναϊκό.
Ο Μέικον είναι αυτή η περίπτωση παίκτη με διπλή αποστολή, διότι εκτός από σκόρερ έχει υποχρεωθεί να γίνει και δημιουργός. Καλός πάντως, διότι από δικές του ασίστ ο Παναθηναϊκός κερδίζει άλλους 8.6 πόντους ανά παιχνίδι. Συνδυαστικά δε με τους 14.4 προσωπικούς φτάνει τους 23.
Άλλος δεν αγγίζει αυτό τος ύψος, με τους Νέντοβιτς και Παπαπέτρου πάντως ν' ανήκουν στο ίδιο γκρουπ. Ο Σέρβος ξεπερνά οριακά τους 17 όταν συνδυάζονται οι πόντοι που σημειώνει με τους πόντους που προσφέρει στους συμπαίκτες του ως ο δεύτερος πιο αξιόπιστος πόλος δημιουργίας.
Από την άλλη ο αρχηγός του Τριφυλλιού τον ακολουθεί κατά πόδας, κάνοντας κι αυτός περισσότερη δουλειά απ' αυτήν του Πέρι, τού Σαντ-Ρος ή του Μποχωρίδη, που υποθετικά έχουν μεγαλύτερη ευθύνη σε αυτό το κομμάτι του παιχνιδιού.
Data: Instat Scout
Infographics - Αρχισυνταξία: Θέμης Καίσαρης
Art Director: Κωνσταντίνος Μπαντούνας
Photo credits: Eurokinissi, INTIME