Kobe Bryant: The iconic 8

Οι στιγμές που έχτισαν τον μύθο του

Οκτώ. Αριθμός άρτιος, καθόλου περιττός. Το κάθετο άπειρο. Η ατελείωτη πορεία προς την κατακόρυφη αιωνιότητα. Μια διαρκής απόπειρα σύνδεσης με το ανώτερο και επαφής με το ανέφικτο.

Ο Κόμπι Μπράιαντ.

Το οκτώ ήταν ο πρώτος αριθμός της φανέλας αφότου άρχισε η εκτόξευσή του με προορισμό τον ουράνιο θόλο. Έλαχε να 'ναι, κατά σύμπτωση, το άθροισμα του 143 που είχε στη φανέλα του ενός καλοκαιρινού καμπ, αλλά ταυτίστηκε μαζί του. Άλλαξε μόνο όταν έκρινε χρειαζόταν ένα λευκό μητρώο για μια νοερή επανεκκίνηση.

Όγδοος ήταν ο μήνας που εμφανίστηκε στον κόσμο τούτο. 23 Αυγούστου γεννήθηκε στη Φιλαντέλφια της Πενσιλβάνια, προτού γνωρίσει την Ιταλία.

2+6 Ιανουαρίου, πρωί Κυριακής πριν από δύο χρόνια, έμελλε να κοπεί το νήμα της ζωής του, σ' εκείνη την ολιγόλεπτη μοιραία πτήση πάνω από τους λόφους της Καλιφόρνια, 30 μίλια βορειοδυτικά του Λος Άντζελες. Μια άλλη Bloody Sunday. Του 2020.

Οκτώ και οι υπόλοιποι επιβαίνοντες στο ιδιωτικό ελικόπτερο, μεταξύ των οποίων η 13χρονη κόρη του Τζιάνα, που όλοι τους ανασύρθηκαν νεκροί από τα συντρίμμια.

Οκτώ οι εμβληματικές στιγμές - ιστορίες του που διαλέξαμε να μνημονεύσουμε.

Το jacket της οδύνης στο ντους των αποδυτηρίων

Ο Κόμπι ήταν, ομολογουμένως, μια ροκ περσόνα των παρκέ. Από το γυμναστήριο και τ’ αποδυτήρια, αλλά κυρίως κάθε φορά που έβγαινε στο γήπεδο άπλωνε στο ξύλινο δάπεδο αυτήν τη "μεταλλική" χροιά του χαρακτήρα του χωρίς ταυτόχρονα να χάνει από την ευαισθησία που βρίθει στην ολότητα τέτοιων καλλιτεχνών.

Το παίξιμό του ήταν συνώνυμο της έμπνευσης. Γουστόζικο, γαργαλιστικό και σκαμπρόζικο, σπανίως δε εκνευριστικό ή -ενδεχομένως- άρρυθμο. Ποτέ του ανιαρό. Κάθε χτύπημα της μπάλας στο παρκέ κι ένα φρέσκο τζαμάρισμα στην ηλεκτρική κιθάρα του, καθεμιά από τις εμφανίσεις του κι ένα σολάρισμα επί σκηνής.

Αυτή η ροκιά του προφίλ του δεν αναίρεσε στο ελάχιστο τον ποπ αντίκτυπο που έφερνε στα πράγματα. Η κουλτούρα του πάνω στο μπάσκετ αποτέλεσε εγχειρίδιο μύησης σε μικρά πλην καλά κρυμμένα μυστικά, ο τρόπος δουλειάς και η καθημερινότητά του έγιναν αντικείμενο μίμησης από τους επόμενους, οι συμβουλές και οι δηλώσεις του άνοιξαν δρόμους σε παιδιά που τον είχαν πρότυπο, το στιλ του άφησε το σημάδι τους.

Παπούτσια πάμπολλα με την υπογραφή του, iconic ρούχα πολύ λιγότερα. Αν διαλέγαμε ένα, θα ‘ταν το δερμάτινο jacket που φόρεσε, κατά παράδοση των 90s, αμέσως μετά την κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος των Λέικερς, απέναντι στους 76es το 2001. Ένα αξεπέραστο κομμάτι λέδερ που είχε κάμποση από την αλήθεια του ραμμένη πάνω του.

Η φήμη του εξαπλώθηκε και η αξία του εκτοξεύτηκε, διότι συνδυάστηκε με μερικά από τα πιο ξεχωριστά φωτογραφικά καρέ της τροχιάς του στο μπάσκετ. Με τον Κόμπε στο ντους και το τρόπαιο αγκαλιά ή ανάμεσα στα πόδια του. Είναι από τις εικόνες εκείνες που συνόδευσαν την καριέρα του.

Σ' ένα απ’ αυτά τα στιγμιότυπα η αμυντική στάση του σώματός του, το χαμένο και απλανές βλέμμα του, μαζί με την εκκωφαντική σιωπή που έκοβε σαν ξυράφι, έφτιαξαν ένα εκρηκτικό ψηφιδωτό συναισθημάτων.

Κόντρα στη μυσταγωγία της στιγμής, με δεδομένο ότι οι Λέικερς διατηρούσαν τα σκήπτρα τους χάρη στο 4-1 επί των Σίξερς του Άιβερσον, ο Κόμπι, ένα τέκνο της Φιλαντέλφια, δεν μεθούσε από το νέκταρ της επιτυχίας για την κατάκτηση του δεύτερου δαχτυλιδιού. Αντιθέτως είχε απομονωθεί από το υπόλοιπο crew, διαλέγοντας να ταξιδέψει σ' ένα παράλληλο σύμπαν σκοτεινιάς.

Είχε διαφανεί από το flash iinterview ότι δεν το απολάμβανε. Ότι κουβαλούσε ένα βάρος που δεν άντεχε. Ότι είχε παγώσει μέσα του. Εκείνη τη στιγμή ο Μπράιαντ πονούσε αντί να χαίρεται. Μάτωνε αντί να γελά. Έκλαιγε αντί να γιορτάζει. Τον ρουφούσε το λούκι.

Χρόνια αργότερα η αλήθεια θα έβγαινε στο φως. Ο Κόμπι είχε πληγωθεί σφόδρα από την απουσία των γονιών του από τη χαρά του. Ο πατέρας του Τζο, που 'ταν το πρώτο είδωλό του, τον είχε "προδώσει" για ένα καπρίτσιο. Η αντίρρησή του στον γάμο του με μια μη Αφροαμερικάνα (Βανέσα) είχε προκαλέσει αγεφύρωτο χάσμα στις σχέσεις τους με αποτέλεσμα οι γονείς του αφενός να μην παραβρεθούν στην τελετή αφετέρου να λείψουν από τους τελικούς στη Φιλαντέλφια. Ο γιος τους θριάμβευε στην πόλη που γεννήθηκε κι αυτοί δεν ήταν εκεί για να νιώσουν περήφανοι για το καμάρι τους.

Ο Κόμπι είχε στεναχωρηθεί πολύ. Περίμενε ότι ο πάγος θα λιώσει, ο πατέρας του θα υποχωρήσει, η απόσταση θα κλείσει. Με τους γονείς του έκανε καιρό να μιλήσει, τίποτα δεν ήταν το ίδιο από εκείνη την ημέρα. Το δερμάτινο μπουφάν δεν ήταν αρκετό για να ζεστάνει την καρδιά και την ψυχή του.

Ο Κόμπι στη διάρκεια των τελικών με τους Σίξερς / AP Photo/Kim D. Johnson, File

Ο Κόμπι στη διάρκεια των τελικών με τους Σίξερς / AP Photo/Kim D. Johnson, File

Το τελευταίο τανγκό με τον Τζόρνταν

Η πρώτη κοινή φορά τους στο πάλκο ήταν τον Δεκέμβριο 1996. Οι πρωταθλητές Μπουλς διήγαγαν την προ-Last Dance σεζόν του Μάικλ Τζόρνταν και οι (βελτιωμένοι) Λέικερς ήταν μια ομάδα που μέσα από την ανταλλαγή του Σακίλ Ο'Νιλ έψαχνε την ανάκτηση του χαμένου showtime.

Αν και "ανυπομονούσα γι’ αυτό", όπως είχε εκ των υστέρων εκμυστηρευτεί, ο 18χρονος Κόμπι ήταν ακόμη ένα λυκειόπαιδο που ερχόταν από τον πάγκο και οι 5 πόντοι του, στην ήττα των "λιμνάνθρωπων", με 2/5 σουτ και 0/2 βολές πρόδιδαν αφενός την έλλειψη χρόνου συμμετοχής αφετέρου το τρακ της συνάντησης με τον παίκτη - πρότυπο, που είχε τελειώσει άλλη μία βάρδια στη δουλειά με 30 δικούς του πόντους.

Ένα χρόνο αργότερα ο δευτεροετής Μπράιαντ θα εκτόξευε τα νούμερά του (33 πόντοι) και θα έκανε τεράστια προσπάθεια ν' ανταγωνιστεί τη φιγούρα που ένιωθε να τον σκεπάζει σαν παχιά σκιά από το ξεκίνημα της πορείας του. Εμμέσως πλην σαφώς άλλωστε είχε παραδεχθεί ότι θαύμαζε "την ασταμάτητη επιθετικότητα του" Τζόρνταν, καθώς "χρειάζεται πολλή δουλειά, πολλή προετοιμασία και επιδεξιότητα για να είσαι τόσο απαιτητικός, διεκδικητικός και αμείλικτος".

Ο Κόμπι δεν διέφερε στα κομμάτια αυτά, κυνηγώντας πάντα το ένα επόμενο βήμα που θα τον έφερνε μπροστά από τους υπόλοιπους. Ήθελε να προηγείται, να ξεχωρίζει, να μην μένει πίσω και να επαναπαύεται. Επτά χρόνια μετά το πρώτο ραντεβού τους στο παρκέ συναντήθηκαν για μία και τελευταία φορά. Ο Τζόρνταν είχε από καιρό ακυρώσει τις διακοπές του για να παίξει στους Γουίζαρντς και ο Μπράιαντ ήταν πια ένας φτασμένος αστέρας της λίγκας με τρία σερί δαχτυλίδια και σίγουρα όχι ο ανώριμος πιτσιρικάς που αναζητούσε κάπως αδέξια τον χώρο που του αναλογούσε στον γαλαξία του ΝΒΑ.

Ο Κόμπι γνώριζε ήδη πως αυτή, στις 28 Μαρτίου του 2003, θα είναι η τελευταία φορά που θα συνυπάρξουν οι δυο τους στο παρκέ. Ως αντίπαλοι. Έπρεπε να 'ναι, για τον ίδιο αλλά και για το μπάσκετ γενικότερα, μια αλησμόνητη συνθήκη. Έπρεπε αφενός να τιμήσει τον, 40χρονο πια, Master of the Universe κι από την άλλη ν' αποδείξει ότι τον αφήνει πίσω. Ότι "δεν φοβάμαι κανέναν", ότι στη ζούγκλα με τα θηρία μπορεί να επιβιώσει.

Οι 55 πόντοι του, με τους 42 εξ αυτών στο πρώτο μισό του αγώνα, έσπασαν με σθένος τον καθρέπτη με το είδωλό του. Θρύψαλα που σκόρπισαν στο παρκέ. Το βράδυ εκείνης της Παρασκευής ο Μπράιαντ είχε 9/13 τρίποντα, 5 ριμπάουντ, 3 ασίστ και 3 κλεψίματα. Έκανε όσα μπορούσε περισσότερα, όχι απαραίτητα για να νικήσουν οι Λέικερς μέσα στην Ουάσιγκτον, αλλά για να θέσει ο ίδιος τα θεμέλια ενός νέου κεφαλαίου στην πορεία του. Αυτού που δεν θα είχε τον Τζόρνταν πουθενά.

Το ότι είναι ο μοναδικός εκ των επόμενων που προσέγγισε περισσότερο από κάθε άλλον το παιχνίδι του "Air" μόνο ως κομπλιμέντο έμεινε να τον συντροφεύει. Ούτως ή άλλως οι δυο τους ανέπτυξαν μια σούπερ σχέση, σχεδόν αδερφική, που ξέφυγε από τα στενά όρια δύο πανομοιότυπων παικτών που σημάδεψαν το μπάσκετ ενόσω ήταν ενεργοί και μονιμοποιήθηκε στη σφαίρα μιας αμφίδρομης ειλικρινούς αναγνώρισης του ενός προς τον άλλον και σαφέστατα απόλυτης εμπιστοσύνης.

Εκείνη τη χειμωνιάτικη ημέρα του 2015 που ο Μπράιαντ πήγε στη Σάρλοτ αποχαιρετώντας το κοινό της ομάδας που τον έκανε draft, και ο Τζόρνταν τού μίλησε από το video wall, λέγοντάς από τη μία του ότι "ήμουν πάντοτε ο μεγάλος αδερφός σου κι εσύ ο μικρός" κι από την άλλη πως "λατρεύω να σε παρακολουθώ", η όποια αμφιβολία για τη μοναδικότητα του καθενός είχε διαλυθεί.

Ο Κόμπι σε θέση άμυνας απέναντι στον Μάικλ Τζόρνταν / AP Photo/Kevork Djansezian

Ο Κόμπι σε θέση άμυνας απέναντι στον Μάικλ Τζόρνταν / AP Photo/Kevork Djansezian

Από τους 62 πόντους σε τρεις περιόδους στους 81 του ρεκόρ

Στο ΝΒΑ ο Κόμπι Μπράιαντ έπαιξε συνολικά σε 1.566 αγώνες. Οι 1.346 εξ αυτών στην κανονική περίοδο και οι υπόλοιποι 2020 στα πλέι οφς.

Για τον καθένα εξ αυτών, από τον πρώτο του ως ρούκι στις 3 Νοεμβρίου του 1996 απέναντι στους Μινεσότα Τίμπεργουλβς μέχρι τον τελευταίο του 19,5 χρόνια αργότερα (23 Μαρτίου του 2016) με αντίπαλο τους Γιούτα Τζαζ, είχε μια ξεχωριστή ιστορία να διηγηθεί. Θα μπορούσε να μιλά για ώρες για εκείνο ή το άλλο παιχνίδι, κάτι απ' όλα είχε φυλάξει στη μνήμη του άλλωστε. Δεν έκανε διακρίσεις, αντιλαμβανόμενος την καριέρα του ως ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο.

Για κοινό και κριτικούς η βραδιά της 22ης ημέρας του 2006 θα μνημονεύεται πάντα ως το σταθερό γεωγραφικό στίγμα αναφοράς της διαδρομής του στον πλανήτη του μπάσκετ. "Ήμουν σε θέση να πετύχω 90 πόντους ή περισσότερους, θα μπορούσα να έχω 40 από το πρώτο ημίχρονο", θα έλεγε ο Κόμπι έχοντας τελειώσει το εντός έδρας ματς απέναντι στους Τορόντο Ράπτορς με 81 προσωπικούς. Από 28/46 σουτ, εκ των οποίων τα 7/13 ήταν τρίποντα, και 18/20 βολές.

Ήταν βέβαιος, ο πλέον χαρισματικός γκαρντ της εποχής του, ότι είχε το κουράγιο και την ενέργεια και να συντρίψει το ρεκόρ του Τσαμπερλέιν. Από τη μία ήταν οι δύο βολές που έχασε, από την άλλη το γεγονός πως "αστόχησα σε μερικά ανοικτά σουτ", καθώς "ήταν ευκαιρίες που τις ξόδεψα".

Η ισχύ του επιτεύγματός του του αυξάνεται από τη στιγμή που στο πρώτο μισό της αναμέτρησης είχε σκοράρει μόλις 26 πόντους, με αποτέλεσμα στο δεύτερο να ξεπεράσει τον εαυτό του και να φτάσει τους 55. "Εγώ ποτέ δεν είχα όρια", θα έλεγε στους ρεπόρτερς που στριμώχνονταν για μία δήλωση μετά την ιστορική βραδιά. Δεν ήταν τόσο οι αριθμοί που τον έτρεφαν όσο η "ναρκισσιστική" επιθυμία να εμφανίζει μονίμως τη βέλτιστη εκδοχή του εαυτού του και να επαληθεύει κάθε νέα φορά πως τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο.

Ίσως το ατομικό ρεκόρ του να μην είχε συμβεί αν οι Ράπτορς δεν ήλεγχαν το ματς στο πρώτο ημίχρονο κι έφταναν στην τρίτη περίοδο να προηγούνται με διαφορά 18 πόντων (71-53). "Βρισκόμουν σε άλλη διάσταση, δεν μ’ ένοιαζε τίποτ’ άλλο", θα ομολογούσε κυνικά. Τον είχαν προκαλέσει να το κάνει για να μην επιτρέψει να φανεί πως είναι αδύναμος. Έτρεχε πίσω από την ανατροπή, την έφτασε και την προσπέρασε μανιασμένα.

Ο κόουτς Σαμ Μίτσελ άργησε νa προβλέψει τον χείμαρρο, επέλεξε να μην πάει σε νταμπλ τιμ και ν' αφήσει τον Τζέιλεν Ρόουζ να εκτεθεί. "Έπαιρνε κάποια σουτ που δεν ήταν δυνατόν να μπουν κι όμως παραδόξως κατέληγαν στο καλάθι", είχε θυμηθεί ως αυτόπτης μάρτυρας ο Κρις Μπος. Ο Κόμπι σκόραρε 27 από τους 42 πόντους των "λιμνάνθρωπων" στην τρίτη περίοδο και τους 28 από τους 31 στην τέταρτη, υπογράφοντας μια επική ραψωδία από 'κείνες που μόνο ο Όμηρος είχε το ταλέντο να φανταστεί.

Το βράδυ μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχος, διότι είχε επιτελέσει το έργο του. Το ατομικό ρεκόρ ήταν δευτερευούσης σημασίας. Ήξερε ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα ερχόταν. Είχε προειδοποιήσει ότι θα συμβεί. Ήθελε όμως να έχει νόημα, μια έξτρα δυναμική.

Ένα μήνα νωρίτερα, στις 20 Δεκεμβρίου του 2005, ο Μπράιαντ είχε φορτώσει το καλάθι των Μάβερικς με 62 πόντους στις πρώτες τρεις περιόδους. Απείχε ελάχιστα δηλαδή από κάτι μυθικό. Κάθισε στον πάγκο και ζήτησε να μην αγωνιστεί άλλο. Οι Λέικερς είχαν σιγουρέψει τη νίκη τους, αφού την ίδια ώρα το Ντάλας είχε έναν πόντο λιγότερο απ’ όσους ο Κόμπι. Άρα η περαιτέρω συμβολή του δεν θα έφερνε κάτι άλλο, δεν θα σημάδευε μια νίκη.

Ο Μπράιαν Σο, τότε βοηθός του Τζάκσον, είχε ρωτήσει τον Μπράιαντ, αν θέλει να επιστρέψει στο ματς κι αυτός αρκέστηκε να νεύσει αρνητικά με το κεφάλι. "Τρελάθηκα εκείνη τη στιγμή, διότι δεν έχεις πολλές τέτοιες ευκαιρίες σε μια καριέρα", έλεγε ο Σο, αλλά ο Κόμπι τού ζήτησε να καλμάρει. "Θα το κάνω την επόμενη φορά, όταν θα είναι πραγματικά αναγκαίο, όταν θα μετράει", τού υποσχέθηκε. Ρισκαδόρικη πρόβλεψη ή υπέρμετρη σιγουριά; Όπως και να 'χει, ο Κόμπι είχε φροντίσει να κρατήσει τον λόγο του με την πρώτη ευκαιρία.

Η δέσμευση στην Team USA και η Mamba Mentality

Ο Μπράιαντ καθόταν μόνος σε μια από τις μπροστινές σειρές με τις καρέκλες και άκουγε. Άκουγε τον Μάικ Σιζέφσκι και τους συνεργάτες του. Την ίδια ώρα η "πιτσιρικαρία" της Team USA, έχοντας πιάσει... γαλαρία, δεν έδινε πολλή σημασία σε όσα διαδραματίζονταν στην αίθουσα. Ο Κόμπι δεν νοιαζόταν. Όταν ήρθε η ώρα, έφυγε για το γυμναστήριο. Ήθελε να σηκώσει τα βάρη της ημέρας. Τον ακολούθησε ο Νέιτ ΜακΜίλαν, μέλος του σταφ, και συζήτησαν για την ανάγκη να γνωρίσει τα παιδιά, να τα εμπνεύσει, να ηγηθεί.

Ο Μπράιαντ είχε κι άλλα στο κεφάλι του, αλλά δεν ξέχασε ότι είχε ορκιστεί να βοηθήσει. Η δέσμευσή του προς τον Τζέρι Κολάντζελο και τον Μάικ Σιζέφσκι δεν ήταν εθιμοτυπική. Την πρώτη χρονιά (2006) έλειψε από το Παγκόσμιο εξαιτίας τραυματισμού στο γόνατο, αλλά στο επόμενο μεγάλο ραντεβού, στους Ολυμπιακούς του Πεκίνου το 2008, ήταν παρών. Άρα όφειλε να (επι)δράσει.

Το πήρε όντως πατριωτικά. Ο Σιζέφσκι δεν είχε αφήσει τίποτα στην τύχη. Είχε καλέσει στρατιωτικούς να μιλήσουν για το χρέος προς την πατρίδα, την αξία της σημαίας, την ευθύνη που κουβαλούσε ο καθένας που φορούσε το εθνόσημο. Ο Κόμπι δεν χρειάστηκε να αρθρώσει λόγο. Ούτε φωνές ούτε παραινέσεις. Άφησε τις πράξεις να δώσουν το στίγμα.

Ο Κρις Μπος έχει διηγηθεί το πώς. "Ήθελα να καθιερωθώ ως ένας νέος ηγέτης στην ομάδα, ξυπνώντας από το χάραμα. Στόχος μου ήταν να είμαι πρώτος στο πρωινό. Έβαλα ξυπνητήρι, φροντίζοντας να είμαι όρθιος κατά την ανατολή, σηκώθηκα, έβαλα παπούτσια και κατέβηκα. Αλλά όταν έφτασα, ο Κόμπι ήταν ήδη εκεί με πάγο στα γόνατα, πνιγμένος στον ιδρώτα. Μου πήρε ένα λεπτό να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί. Αυτός όχι μόνο είχε ξυπνήσει πριν από εμένα, αλλά είχε κιόλας προπονηθεί. Είχε μόλις παίξει στους Τελικούς, ενώ εγώ που καθόμουν για μήνες ήμουν ακόμη εξουθενωμένος. Αυτό που έκανε ήταν ακατανόητο, αλλά με δίδαξε ότι οι θρύλοι δεν καθορίζονται από τις επιτυχίες τους".

Από την ημέρα εκείνη ο ένας μετά τον άλλον οι διεθνείς τον συνόδευαν πρωί – πρωί στο γήπεδο. Ο Γουέιντ ήταν ο πρώτος που τόλμησε. Στις 5 το ξημέρωμα. Ακολούθησε ο Λεμπρόν, αμέσως μετά όλοι οι υπόλοιποι. "Τα παιδιά μπήκαν στο δικό μου πρόγραμμα κι έτσι τα γνώρισα πολύ καλύτερα", θα σημείωνε.

H "Mamba Metality" είχε γίνει πια κτήμα των άλλων 11 που μέρα με τη μέρα καταλάβαιναν το ακριβές νόημά της. Ο Μπράιαντ ανέλαβε να γίνει μέντοράς τους. Τους άλλαξε τον τρόπο σκέψης και την, σχεδόν, ελιτίστικη νοοτροπία. Τους έβαλε να δουν βίντεο από αντιπάλους, να εστιάσουν στη λεπτομέρεια, να μην θεωρούν τίποτα δεδομένο. "Οι αντίπαλοι είναι παίκτες που μπορούν να παίξουν και αν δεν προσέξεις, θα σε κλωτσήσουν στον κώλο. Πίστεψτε με, το ξέρω. Μεγάλωσα στο εξωτερικό και τα έχω δει όλα αυτά", τους εξηγούσε με πειθώ.

Ως γνωστόν, τα αποτελέσματα ήταν ευεργετικά. Η "Redeem Team" εμφανίστηκε συσπειρωμένη και συμπαγής, δεν επανέλαβε λάθη του παρελθόντος και κυριάρχησε στο ολυμπιακό τουρνουά φτάνοντας αήττητη ως το χρυσό μετάλλιο.

Ο συγκλονιστικός τελικός με την Ισπανία ήταν η επαλήθευση όλων των παραπάνω, το απαύγασμα της μενταλιτέ του Μπράιαντ, ο οποίος δεν θ' άφηνε μια τέτοια ευκαιρία να φύγει. Το "τετράποντο" με τον Ρούντι Φερνάντεθ μπροστά του λογίζεται ασυζητητί μεταξύ των καλαθιών εκείνων που ο Κόμπι θα είχε ονειρευτεί ότι κάποια στιγμή θα συμβεί. Με τη "ρόχα" να απέχει μόλις 5 πόντους (104-99) και να διεκδικεί τις πιθανότητές της, ο αρχηγός σούταρε από τις 45 μοίρες και κερδίζοντας το φάουλ έβαλε το δάχτυλο στο στόμα απαιτώντας σιωπή. Είχε μιλήσει ο ίδιος.

Ο Κόμπε Μπράιαντ έχει επιτελέσει το χρέος του απέναντι στην πατρίδα / AP Photo/Dusan Vranic, File

Ο Κόμπε Μπράιαντ έχει επιτελέσει το χρέος του απέναντι στην πατρίδα / AP Photo/Dusan Vranic, File

Οι βολές στην αχίλλειο πτέρνα

Ένας "παράφρων" με το μπάσκετ και "σαδιστής" με το κορμί του ή μια ηρωική μορφή κι ένα παράδειγμα απόλυτης αφοσίωσης; Κάθε απάντηση περικλείεται στα 26 δευτερόλεπτα που ο Κόμπι Μπράιαντ στάθηκε στη γραμμή των βολών για να εκτελέσει τις δύο κερδισμένες μετά το φάουλ του Χάρισον Μπαρνς στον αγώνα της 12ης Απριλίου του 2013 με τους Γουόριορς.

Ο χρόνος που μεσολάβησε αφότου σωριάστηκε στο παρκέ, μετά την υπερέκταση του ποδιού του, και δέχθηκε την περιποίηση του ιατρικού σταφ των Λέικερς ήταν μακράν περισσότερος. Ατελείωτος, έμοιαζε με αιωνιότητα. Πονούσε τόσο χαμηλά όσο και βαθιά. Στην ψυχή του. Είχε καταλάβει τη σοβαρή ζημιά που είχε υποστεί στον αχίλλειο τένοντα του δεξιού ποδιού του, αλλά την ίδια ώρα δεν θ' άφηνε άλλον να εκτελέσει τις βολές που θα έφερναν το παιχνίδι στα ίσα.

"Προσπαθούσα να νιώσω αν ο τένοντας ήταν εκεί ή είχε φύγει από τη θέση του. Διαπίστωσα ότι δεν ήταν εκεί. Επεδίωξα, κυριολεκτικά, να τον τραβήξω προς τα πάνω, προκειμένου να περπατήσω με την ελπίδα να παίξω στα τελευταία 2,5 λεπτά”, θα έλεγε λίγους μήνες μετά, περιγράφοντας τις ανατριχιαστικές στιγμές που βίωνε αφότου υπέστη τη ρήξη.

Δεν είχε σκοπό να ρίξει την ασπίδα και ν' αφήσει τη μάχη πριν τελειώσει. Δεν το είχε κάνει ποτέ. Ένιωθε ότι είναι χρέος του να πολεμήσει μέχρι τελικής πτώσεως. Αποδέχθηκε στωικά πως απλώς δεν ήταν εφικτό. Το τραύμα ήταν τόσο ύπουλο που θα έθετε σε βαρβάτο κίνδυνο κάθε πιθανότητα να επιστρέψει σώος και αβλαβής. Αυτό το ρίσκο δεν θα το έπαιρνε, όσο κι αν έκαιγε μέσα του η φλόγα.

Ενόσω έσερνε το πόδι του στο παρκέ πηγαίνοντας προς τη γραμμή των βολών, το πρόσωπό του αντανακλούσε πρόδηλα την οδύνη. Οι μορφασμοί της απόγνωσης θα μπορούσαν ν' αποτελέσουν έμπνευση για πίνακα ζωγραφικής. Μαζί του, στον πυθμένα του μυαλού του, κουβαλούσε τη φρίκη του τι ακριβώς πρόκειται να γεννήσει όλο αυτό στη συνέχεια. Ήταν γνωστό πως τουλάχιστον ένας στους τρεις παίκτες του ΝΒΑ με παρόμοια ζημιά δεν είχε επιστρέψει ποτέ στο παρκέ. Ο Αϊζάια Τόμας και ο Σακίλ Ο’Νιλ ανήκαν σε αυτό το ποσοστό. Ο ίδιος ήθελε να είναι στο υπόλοιπο 65%.

Έφτασε στη θέση του χωλαίνοντας. Η κάμερα εστίαζε συνεχώς στο πόδι του. Κορμί που σκίζεται στα δυο στα βράχια του αοράτου. Οι βολές αυτές του ανήκαν δικαιωματικά. Με την πρώτη μείωσε και με τη δεύτερη ισοφάρισε 109-109 για τους Λέικερς (που στο φινάλε νίκησαν 118-116). Το πόδι του στον αέρα. Αν η σόλα του παπουτσιού είχε επαφή με το παρκέ, θα ηλεκτριζόταν σύγκορμος. Το κοινό τον αποθέωνε, αλλά αυτός υπέφερε.

Η κόρνα από τη γραμματεία σήμανε την οριστική αποχώρησή του. Ήταν μια λύτρωση. Ίσα που στεκόταν εκείνη τη στιγμή. Στ' αποδυτήρια "ήμουν ράκος, αναστατωμένος και απογοητευμένος. Σκεφτόμουν αυτό το βουνό που είχε να ξεπεράσω. Είναι μια μακρά διαδικασία, δεν ήμουν σίγουρος ότι μπορούσα. Αλλά όταν τα παιδιά σου (η Νατάλια και η Τζιάνα) μπαίνουν μέσα και σου λένε ‘μπαμπά, θα γίνεις καλά’, λες ότι θα το κάνω. Θα δουλέψω σκληρά και θα ξεκινήσω από εκεί".

Η διαδικασία της επανένταξης είχε ενεργοποιηθεί την ίδια στιγμή. Κι ας μεσολάβησε την επόμενη ημέρα η χειρουργική επέμβαση που τον άφησε εκτός για το επόμενο 8μηνο. Φρόντισε ο ίδιος γι’ αυτό, διότι κατανόησε από νωρίς ότι "δεν μπορείς να βιαστείς, με αυτόν τον τραυματισμό. Πρέπει απλώς να επιστρέψεις όταν ξέρεις ότι είσαι έτοιμος, έχοντας δουλέψει πάρα πολύ. Όχι όταν όλοι πιστεύουν ότι είσαι έτοιμος".

Ο Κόμπι διαισθανόμενος ότι κάτι κακό έχει συμβεί / AP Photo/Mark J. Terrill, File

Ο Κόμπι διαισθανόμενος ότι κάτι κακό έχει συμβεί / AP Photo/Mark J. Terrill, File

Όλα για την Βανέσα

Η Βανέσα ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο κεφάλαιο στη σύντομη διαδρομή που έμελλε να κάνει ο Κόμπε Μπράιαντ. Αν το μπάσκετ ήταν η ζωή του, η σύντροφος - σύζυγος - μάνα των παιδιών του υπήρξε ο τρισδιάστατος πυρήνας της. Αυτός που τον τροφοδοτούσε με ηρεμία και του εξασφάλιζε οικογενειακή γαλήνη. Όντως η σχέση τους δοκιμάστηκε σε αρκετά στάδια, αλλά άντεξε παρά τους κλυδωνισμούς. Ήταν η βασίλισσά του και δεν την έβγαλε ποτέ από τον θρόνο της.

Η γνωριμία τους ήταν τυχαία, μα καρμική. Το 1999 η νεαρή λατίνα ήταν μόλις 17 ετών – μαθήτρια λυκείου και ο Κόμπι 20. Συναντήθηκαν τυχαία στα γυρίσματα ενός video clip και ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα. Αν και οι γονείς του Μπράιαντ εξέφραζαν τις αντιρρήσεις τους γι’ αυτήν την "αταίριαστη" σχέση μιλώντας υποτιμητικά για την καταγωγή της, οι διαδικασίες έτρεξαν πολύ γρήγορα και από τον Απρίλιο του 2001, αφού η Βανέσα ήταν ενήλικη πια, το ζευγάρι, χωρίς τους γονείς του Κόμπι παρόντες, έδωσε όρκους αιώνιας πίστης και αφοσίωσης.

Τέτοιοι αποδείχθηκαν πως ήταν κι ας προέκυψε η καταγγελία της σεξουαλικής κακοποίησης (που αποσύρθηκε) ή η αποβολή του δεύτερου παιδιού που κυοφορούσε η Βανέσα.  "Αγαπώ τη γυναίκα μου με όλη μου την καρδιά. Είναι η ραχοκοκαλιά μου", ισχυριζόταν ο Κόμπι στην απολογητική συνέντευξη Τύπου για την εξωσυζυγική σχέση του, αφότου είχε εξασφαλίσει τη συγχώρεσή της, μιας και "ο σύζυγός μου δεν είναι εγκληματίας". Το ζήτημα αντιμετωπίστηκε εσωτερικά, με ωριμότητα.

Οι δυο τους ήταν πάντα ο ένας για τον άλλον και δεν άφησαν ποτέ τα χέρια τους. Ο Κόμπι είχε αποδείξει ότι θα τη νοιάζεται, θα τη φροντίζει, δεν θα την αφήνει μόνη. Νιόπαντροι ήταν ακόμη, στα μέλια σχεδόν, όταν τον Μάιο του 2001 η Βανέσα εισήχθη σε κλινική με πόνους στη μέση. Έπρεπε να νοσηλευτεί για να ακολουθήσει ειδική αγωγή και να παρακολουθείται.

Την περίοδο εκείνη οι Λέικερς έπαιζαν στους ημιτελικούς της Δύσης. Αντιμετώπιζαν τους σπουδαίους Κινγκς και είχαν φύγει για το Σακραμέντο μετά το οριακό 2-0 στο Λος Άντζελες, που επέτρεπε διάφορες ερμηνείες για τη συνέχεια. Ο Κόμπι έμαθε τα μαντάτα πριν από τον τρίτο αγώνα με τους "βασιλιάδες". Είχε ήδη αποφασίσει τι θα πράξει, αλλά εκκρεμούσε μια αποστολή να φέρει εις πέρας. Έπαιξε για σχεδόν 40 λεπτά και με 36 πόντους από 10/22 σουτ, 7 ριμπάουντ και 4 ασίστ ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος για το 103-81 και την τρίτη νίκη στην ημιτελική σειρά.

Ο νους του ταξίδευε απ' ώρες στο LA, το ίδιο συνέβη αμέσως με το σώμα του, αφού κανόνισε να "πετάξει" άμεσα και να βρεθεί δίπλα στη σύζυγό του. Αφού ενημερώθηκε για την κατάστασή της, την είδε από κοντά και ηρέμησε, επέστρεψε στο Σακραμέντο για την επόμενη μάχη εντός 48 ωρών. Το 3-0 επέτρεπε στους Λέικερς να εφησυχάσουν. Δεν θα γκρεμιζόταν ο κόσμος αν έχαναν ένα παιχνίδι, ούτε θ' απειλούνταν.

Ο Κόμπι δεν είχε διάθεση για δεύτερες σκέψεις και ευκαιρίες. Κόντρα στην κούραση από τα πήγαινε-έλα των προηγούμενων ημερών έκανε μια δεύτερη μεγαλειώδη εμφάνιση. Πάντα βιαζόταν στη ζωή του. Δεν θα ήταν παράδοξο να ζητήσει... εξαίρεση. Όχι. Έμεινε στο παρκέ 48 λεπτά και σημείωσε ισάριθμους πόντους, έχοντας ευστοχήσει σε περισσότερα από τα μισά σουτ (15) που πήρε. Είχε ακόμη 17/19 βολές και 16 ριμπάουντ – τα περισσότερα από κάθε άλλον παίκτη.

"Ήμουν προετοιμασμένος να κάνω το οτιδήποτε", θα έλεγε αργότερα. "Θα πίεζα τον εαυτό μου μέχρι εξαντλήσεως. Για κάθε ριμπάουντ, για κάθε διεκδικούμενη μπάλα. Οι συμπαίκτες μου το κατάλαβαν”. Δεν υπήρχε αύριο. Δεν υπήρχε κανείς να τον σταματήσει από το 119-113 και το 4-0 επί των Κινγκς. Σε δύο διαδοχικούς αγώνες είχε σκοράρει 84 πόντους. Για χάρη της συζύγου του.

Ο Κόμπι και η βασίλισσά του Βανέσα / AP Photo/Matt Sayles

Ο Κόμπι και η βασίλισσά του Βανέσα / AP Photo/Matt Sayles

Το "man to man" με τον Σακίλ

Σαράντα λεπτά. Οκτώ λιγότερα απ' όσα διαρκεί ένας αγώνας του ΝΒΑ. Επαρκή για να παρέμβουν στην ιστορία και να επηρεάσουν τη ροή των πραγμάτων. Ο Κόμπι κάθισε απέναντι από τον Σακίλ, ο Σακίλ κάθισε απέναντι από τον Κόμπι. Και κουβέντιασαν. Ανοικτά, ειλικρινά, δίχως τάιμ άουτ. Σαν ένα αγνό και γνήσιο street "μονό" που ψάχνει αλλά δεν βρίσκει νικητή.

Κουβέντιασαν με λόγο σοβαρό αλλά και μπόλικο χιούμορ. Φόρεσαν τα καλά τους, όμως στην πορεία της συζήτησης πέταξαν από πάνω τους κάθε ύφασμα και απογυμνώθηκαν.

Είχαν πάρει τη στάση που βόλευε τον καθέναν, για να αισθάνονται άνετα, κι άρχισαν να μιλούν. Να μιλούν ασταμάτητα για όλα όσα τους ένωσαν κάποτε, αλλά κυρίως για εκείνα που τους χώριζαν ενόσω ήταν ενεργοί στο μπάσκετ. Ζωντάνεψαν αναμνήσεις, αράδιασαν στιγμές. Όντες στον ίδιο χώρο, στην ίδια καρέκλα, με ακριβώς ίδιες συνθήκες και προϋποθέσεις. Όπως έπρεπε να γίνει για να μην αδικηθεί κανείς τους. Ως ίσος προς ίσον, δίχως αβάντες είτε για τον έναν είτε τον άλλον.

Ο Κόμπε και ο Σακίλ υπήρξαν συμπαίκτες στους Λέικερς από την preseason του 1996 έως τους (χαμένους από τους Πίστονς) Τελικούς του 2004. Δυο παιδιά της Ανατολής, ο ένας από τη Φιλαντέλφια κι ο άλλος από το Νιου Τζέρσεϊ, συναντήθηκαν στο Λος Άντζελες για να μεγαλουργήσουν.

Σαράντα λεπτά για οκτώ χρόνια. Χώρεσαν; Σ' άλλη περίπτωση όχι. Σ' αυτήν χώρεσαν ασυζητητί. Ήθελαν οι δυο τους να χωρέσουν. Είχαν την ανάγκη να τα στριμώξουν. Για να μην αιωρείται τίποτα πια στην ατμόσφαιρα, ν' απαντηθούν τα πάντα, να μην χαθεί ούτε μια λέξη απ' όσα όφειλαν να πουν πρώτα στον εαυτό τους, χρησιμοποιώντας το πρόσωπο του άλλου σε κάτοπτρο, και κατόπιν στον συνομιλητή τους.

Η συνεισφορά του σκηνοθέτη από το NBA TV ήταν κομβική. Νιούτραλ σκηνικό, απλό και ξεκάθαρο. Μόνο τα τρόπαια των "λιμνάνθρωπων" να καλύπτουν το background. Το μοντάζ έπαιξε φυσικά τον δικό του ρόλο. Ζουμ σε εκφράσεις που αποτύπωναν το συναίσθημα της κάθε στιγμής κι ενδιάμεση παρεμβολή εικόνων που συμπλήρωναν επεξηγηματικά το πινγκ πονγκ ερωτω-απαντήσεων.

Ο Κόμπε και ο Σακίλ όφειλαν ο ένας στον άλλον να λύσουν τις παρεξηγήσεις, να δώσουν υπόσταση στις απορίες. "Βλέπεις αυτό μ' έκανε έξω φρενών", υποστήριξε σε μια στιγμή ο Κόμπε, ακούγοντας τον Σακ να περιγράφει πως μετά τον πρώτο τίτλο του 2000 "στο μυαλό μου είχαν όλα τελειώσει, επρόκειτο να κάνω ό,τι ήθελα". Ο Μπράιαντ ήταν αδύνατο ν' αποδεχθεί την ελαφρότητα με την οποία αντιμετώπιζε το μπάσκετ και μαζί τη ζωή ο Ο'Νιλ, ο οποίος με τη σειρά του δεν μπορούσε ν' ανεχτεί ένα παιδί, με υπέρμετρο εγωισμό, που έτρεχε να πετύχει και τον είχε υποσκελίσει εντός ομάδας. Δεν είναι ψέμα ότι ζήλευε την ασυλία που απολάμβανε ο θρασύς νεαρός που το έπαιζε καμπόσος.

Από την πρωτόλεια διένεξή τους τη σεζόν του λοκ άουτ (1998-99) μέχρι την ημέρα που ο θηριώδης σέντερ παραχωρήθηκε με ανταλλαγή στους Χιτ (για τρεις παίκτες κι ένα μελλοντικό draft pick) ομολόγησαν πως η σχέση τους ήταν ένα διαρκές και αθεράπευτο "σ' αγαπώ, αλλά δεν θέλω να σε βλέπω".

Μια αλήθεια που βγήκε από το στόμα του Σακίλ και βρήκε απόλυτα σύμφωνο τον Κόμπι, ο οποίος θα επιβεβαίωνε το αίτημά του για ανταλλαγή προς το front office των Λέικερς. Μάλιστα είχε αρχίσει το ψάξιμο για σπίτι στο Σικάγο και ετοίμαζε βαλίτσες, προτού ενημερωθεί από την ιδιοκτησία για την αποχώρηση του άσπονδου συμπαίκτη του. "Μου τηλεφώνησε ο Τζέρι Μπας και μου 'πε ότι δεν μπορώ να χάσω τον Κόμπι", θα εκμυστηρευόταν ο Σακ.

Τον Φιλ Τζάκσον τον ένοιαζε πρώτα το αποτέλεσμα και η στάση του αυτή δεν απάλυνε μια κατάσταση που στο τέλος του ξέφυγε. Μοιραίο η δίνη της να τον ρουφήξει στον πάτο.

Έως τότε τότε οι επιτυχίες ήταν λογικό να καμουφλάρουν την έλλειψη συνεννόησης. Όχι, δεν ήταν μια ωραία ατμόσφαιρα για να βγαίνει προς τα έξω κάτι ξένο. Απλώς το χαλί των τριών σερί πρωταθλημάτων κάλυπτε απ' άκρη σ' άκρη τη σκληρή πραγματικότητα. Ο σκύλος με τη γάτα επιδίδονταν σ' έναν διαγωνισμό εντυπώσεων, ευφυολογημάτων και ανακύκλωση πράξεων που δεν επέτρεπαν στον οργανισμό να προχωρήσει. Η λίμνη είχε γίνει βάλτος.

Ούτε όταν Ο'Νιλ επέστρεψε στη Φλόριντα, κόπασε η βεντέτα. Όπου κι αν πήγε, η φλόγα της επικράτησης έκαιγε μέσα τους. Μέχρι που "έσπασα το σπίτι μου όταν πήρες το πέμπτο πρωτάθλημα γιατί έπρεπε ν' αποδεχτώ ότι εγώ θα έχω τέσσερα". Μέχρι που ο χρόνος έκαμψε τις αντιστάσεις και οι δυο τους έδωσαν τα χέρια. Μέχρι που στην κηδεία του Κόμπι ο Σακ μάτωνε από την καρδιά του έχοντας δεχθεί μια "τριπλή μαχαιριά". Γιατί δεν είχε προλάβει να τον πάρει τηλέφωνο και να του πει το "σ' αγαπώ" που δεν του είχε πει ποτέ.

Αγκαλιά με τον θείο Όσκαρ

Μαύρο καλοραμμένο κοστούμι. Λευκό καλοσιδερωμένο πουκάμισο. Σωστά φορεμένο παπιγιόν. Λαμπερό χαμόγελο, το ταιριαστό. Στην 90η τελετή των Βραβείων Όσκαρ ο Κόμπι Μπράιαντ δεν θα ήταν υπερβολή αν ήταν οικοδεσπότης και να υποδεχόταν τους καλεσμένους, μια και η μεγάλη ετήσια γιορτή της Ακαδημίας για το 2018 φιλοξενήθηκε, όπως άλλωστε προστάζει η παράδοση των τελευταίων δύο δεκαετιών, στο Dolby Theater του Λος Άντζελες. Όχι δηλαδή μακριά από το σπίτι του.

Αντ' αυτού ο βετεράνος σούπερ σταρ των Λέικερς ήταν από τους νικητές. Από τα τιμώμενα πρόσωπα της βραδιάς. Απ' αυτούς τους λίγους που έχουν την τύχη να κρατήσουν ανά χείρας το διάσημο χρυσό αγαλματίδιο και να προβούν στις συγκινητικές αφιερώσεις. Ο πρώτος και μοναδικός μέχρι σήμερα αθλητής. "Το συναίσθημα είναι καλύτερο και από την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος", θα ομολογούσε στη σύντομη ομιλία του.

Όντως "and the Oscar" πήγε στον Μπράιαντ. Ήταν άλλη μία, η πιο φρέσκια, αναγνώριση της συνεισφοράς του στο μπάσκετ μέσα από μια εντελώς απρόσμενη, πλην οικεία όπως αποδείχθηκε στην πορεία, διαδικασία που μεγέθυνε το είδωλό του. Του χάρισε διαφορετική υπόσταση. Όχι σαν παραμορφωτικός καθρέπτης που παραπλανά, όχι σαν μια ψευδαίσθηση που μπερδεύει. Ο Κόμπι βραβεύτηκε εξ ολοκλήρου για την αλήθεια του.

Ίσως διαδραμάτισε ρόλο στην τελική επιλογή η φήμη, το όνομα, η συγκυρία. Ίσως. Το αποτέλεσμα, βέβαια, είχε σημασία για ακόμη μια φορά. Κι ο Μπράιαντ είχε να πει κάμποσα με το έργο του. Κέρδισε τον ανταγωνισμό (Garden Party, Lou, Negative Space, Revolting Rhymes) για την πλούσια ιστορία του, η οποία έγινε μια μικρού μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων (Animated Short Film).

Το "Dear Basketball" ήταν ολόδικό του. Σε σύλληψη, έμπνευση και υλοποίηση. Το δούλευε χρόνια. Έφερε την υπογραφή του από την αρχή ως το τέλος, κουβαλούσε σε κάθε σκιτσαρισμένο πλάνο του κάθε κύτταρό του.

Το φιλμ δημιουργήθηκε με πανίσχυρη βάση το αποχαιρετιστήριο γράμμα του που είχε γράψει στο Player’s Tribune, ένα ποίημα μικρότερο των 300 λέξεων, για το πολυθρύλητο αντίο του άθλημα που αγάπησε όσο τίποτα άλλο. Ήταν η ερωτική εξομολόγηση ενός μικρού παιδιού που με τα χρόνια μεγάλωσε, ωρίμασε και πέτυχε να κατακτήσει τον κόσμο. Ο μικρός πρίγκιπας του παραμυθιού αυτού δεν είχε ανάγκη από έναν φλεγόμενο κομήτη για να ταξιδεύει, αλλά μια πορτοκαλί μπάλα που έγινε η κινητήριος δύναμή του.

Ο έμπειρος σκηνοθέτης animation Γκλεν Κιν, που ανέλαβε την “εικονοποίηση” των λέξεων του Μπράιαντ, παρέδωσε στο... πανί και στην οθόνη ένα αποτέλεσμα που έμεινε ως παρακαταθήκη για το μέλλον. Ο Κόμπι ήταν πια ένας κινηματογραφικός ήρωας. Όχι αυτούς που κυκλοφορούν με διπλή ταυτότητα, φορούν στολή ή μπέρτα και έχουν υπερδυνάμεις. Ήταν ένας θνητός που κατόρθωσε το ανέφικτο, που έζησε το άπιαστο όνειρό του. Μέσα από την ακόρεστη προσπάθεια της ανθρώπινης φύσης του απέκτησε θεία υπόσταση.

Διότι "ήμουν ένα 6χρονο παιδί που σε αγάπησε με πάθος". Διότι "δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου τα λαμπερά φώτα στο τέλος του τούνελ. Ταυτόχρονα, όμως, εσύ με βοήθησες να βγω τρέχοντας από ένα άλλο. Κι εγώ έτρεχα πάνω κάτω σε κάθε παρκέ σου και κυνηγούσα κάθε μπαλιά σου". Διότι "έπαιξα με ιδρώτα και με πόνο, όχι μόνο επειδή η πρόκληση με καλούσε, αλλά επειδή εσύ με ξεχώρισες". Διότι "μου ζήτησες τα ταλέντο μου, όμως εγώ σου χάρισα την καρδιά μου". Διότι "έκανα τα πάντα για εσένα, γιατί έτσι πρέπει να κάνεις όταν κάτι σε κάνει να αισθάνεσαι ζωντανός".

Ο Κόμπι ήταν το μπάσκετ.

Ο Κόμπι ως περήφανος κινηματογραφιστής - Jordan Strauss/Invision/AP, File

Ο Κόμπι ως περήφανος κινηματογραφιστής - Jordan Strauss/Invision/AP, File


Photo Credits: AP Photo/Matt A. Brown, Eric Gay, Louie Traub, Mark J. Terrill, AP Photo/Invision/Jordan Strauss, ALAMY, ZUMA PRESS/VISUALHELLAS.GR, AFP/GERARD BURKHART, STAN HONDA, JOHN G. MABANGLO, ROBERT LABERGE
Art Director:
Κωνσταντίνος Μπαντούνας