Θα ήταν κάπου στο Γυμνάσιο, πριν από 10-12 χρόνια, όταν παρακολουθούσα παιχνίδια στη Super League και χάζευα τη μοναδική γυναίκα βοηθό διαιτητή που έπαιζε στην Α’ Κατηγορία. Την κοιτούσα και τη θαύμαζα.

Τότε δεν γνώριζα πολλά, αλλά κάπως ένιωθα ότι δεν ήταν κι η πιο εύκολη δουλειά στον κόσμο, τόσο γιατί ο ρόλος του διαιτητή δεν είναι απλός, όσο και γιατί ο χώρος είναι γενικότερα σκληρός -ειδικότερα αν είσαι γυναίκα. 

Ούτε που το φανταζόμουν, ούτε καν μου περνούσε από το μυαλό, ότι μία δεκαετία μετά θα την έχω απέναντί μου, να μου μιλά για τη ζωή της, για όσα βίωσε στην καριέρα της, για όσα έζησε τα 14 ολόκληρα χρόνια που έπαιξε στα γήπεδα της Super League.

Ήταν πέρυσι τον Μάιο όταν έγινε γνωστό ότι η Χρύσα Κουρομπύλια αποχωρεί από τα γήπεδα και δεν θα ξανασφυρίξει, με το ΑΕΚ - Βόλος (4-0) στις 14 Μαΐου να είναι το τελευταίο της ματς στη Super League. 

Ήξερα ότι αυτή ήταν η ευκαιρία μου, η ευκαιρία για μία συνέντευξη που πάντα λαχταρούσα. Έστειλα μήνυμα, πήρα τηλέφωνο. Δεν ήταν απλό στην αρχή, ούτε εύκολο, άλλωστε είναι γνωστό ότι η Χρύσα Κουρομπύλια δεν συμπαθεί ιδιαίτερα τις συνεντεύξεις, ούτε τις αρέσει να μιλάει και να κάνει δηλώσεις. Δεν το έκανε ποτέ. Το πάλεψα, έστελνα ξανά και ξανά.

Έπειτα από σχεδόν έξι μήνες, it’s done. Είχα μπροστά μου την πρώτη Ελληνίδα διαιτητή που έπαιξε σε τελικό Champions League Γυναικών (Μπαρτσελόνα - Λιόν 21 Μαΐου 2022) και σε τρία -ούτε ένα, ούτε δύο- Παγκόσμια Κύπελλα. Ο τελευταίος χορός ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο γυναικών της Αυστραλίας (20 Ιουλίου-20 Αυγούστου).

Αποφάσισε λοιπόν, πως είχε έρθει η στιγμή να ρίξει τίτλους τέλους σε μία σπουδαία καριέρα. Η Χρύσα Κουρομπύλια έτρεξε κι ολοκλήρωσε με επιτυχία τον μαραθώνιο της διαιτησίας, γιατί όπως λέει ο ταξιτζής της “δεν είναι ένας αγώνας ταχύτητας, αλλά ένας μαραθώνιος”.

Νιώθει ευλογημένη για όσα έζησε και πέτυχε από το 1998 που ξεκίνησε αυτό το ταξίδι, ενώ αποκάλυψε ότι δεν είχε φανταστεί ποτέ πως θα γινόταν διαιτητής. Σχεδόν το απέκλεισε. Λένε όμως, πως κανείς δεν ξεφεύγει από της μοίρας του το γραμμένο. 

Δυσκολίες υπήρξαν πολλές. Όπως κι αδικίες. Δεν ήταν τίποτα όμως, ποτέ αρκετό για να “σπάσει” ή να “λυγίσει” τη Χρύσα Κουρομπύλια. Δεν την άγγιξαν ποτέ τα γιουχαρίσματα, ενώ έκλεινε πάντα τα αυτιά στις βρισιές και τις “ευχές”. Φυσικά κι υπήρξαν δύσκολες στιγμές, είχε μάθει όμως, να τις διαχειρίζεται και να προχωρά.

Η Χρύσα Κουρομπύλια μίλησε για πρώτη φορά και το έκανε στο SPORT24 και στη Μαρία Κουβέλη για όλα.

Ένιωσε ποτέ απειλή ή φόβο; Ποιο είναι το μότο της; Πώς αντιμετώπισε τις βρισιές κι όσα γράφονταν για εκείνη; Γιατί ο σύζυγός της δεν πήγε ποτέ στο γήπεδο;

Ποια είναι η γνώμη της για το VAR; Γιατί σφυρίζουν τα ντέρμπι ξένοι διαιτητές κι όχι Έλληνες; Τι έχει να πει σε όσους της είπαν “τράβα στην κουζίνα να πλύνεις κανένα πιάτο”;

Κατέστρεψε τελικά, το στομάχι της; Άξιζε όλο αυτό τον κόπο;

Τη λέξη τέλος μπορείς να την ερμηνεύσεις όπως θες. Για μένα σαφώς, ήταν το τέλος μία πορείας εντός γηπέδων, αλλά και μία νέα αρχή, ένα νέο ξεκίνημα.

Δεν ένιωσα λύπη ούτε μία στιγμή. Ούτε μία στιγμή δεν στεναχωρήθηκα, να πω “γιατί σταματάω;”.

Ήμουν γεμάτη, ήμουν πλήρης, έζησα απίστευτα πράγματα, πιο πολλά απ’ όσα μπορούσα να ονειρευτώ. Οπότε μόνο λυπημένη δεν ήμουν.

Ένιωσα μία απελευθέρωση, μία ανακούφιση, όταν σταμάτησα

Όχι ότι δεν περνούσα καλά, το απολάμβανα. Όλοι οι αγώνες μου ήταν απίστευτες στιγμές, αλλά ήθελα να σταματήσω. Είχα κουραστεί πλέον και ήταν μία πλήρως συνειδητοποιημένη απόφαση.

Γεννήθηκα το 1977 στο Καλλιφώνι Καρδίτσας. Το χωριό μου το λατρεύω, είναι οι ρίζες μου κι εκεί θα γυρίσω κάποια στιγμή.

Μεγαλώνοντας στη δεκαετία του ‘70-’80 σ’ ένα χωριό, χωρίς φυσικά internet, social media, κινητά, το ποδόσφαιρο ήταν η διέξοδός μας, η λατρεία, η χαρά μας.

Αυτό που λέω βέβαια και τώρα, έχοντας περάσει τα χρόνια, είναι ότι ακόμα και στη Νέα Υόρκη να είχα γεννηθεί, πάλι με το ποδόσφαιρο θα ασχολούμουν. 

Βέβαια, ξεκίνησα με το μπάσκετ, γιατί όταν ήμουν στο Γυμνάσιο, ο γυμναστής μου τότε, ο Γιώργος Τζοβάρας, έβλεπε ότι ήμουν καλή. Δεν υπήρχαν γυναικείες ομάδες στο ποδόσφαιρο στην Καρδίτσα κι εγώ ήμουν θυμωμένη κι έλεγα “μα γιατί δεν μπορώ να παίζω σε αντρικές ομάδες;”.

Ναι, έπαιζα με κούκλες, αλλά έπαιζα επίσης, και με φορτηγά και μπουλντόζες

Κι αφού δεν γινόταν να μπω σε αντρική ομάδα, έτσι πήγα στο μπάσκετ, το οποίο μπάσκετ, φυσικά και λάτρεψα, αφοσιώθηκα κι έπαιξα αρκετά χρόνια.

Έχω παίξει αντίπαλες με την Εβίνα Μάλτση, τη Βάσω Στασινού, την Παρθένα Νικολαΐδου, όταν ήμουν στο ΓΑΣ Κομοτηνής. Δεν ήμουν από τα βασικά ονόματα της ομάδας, το πρώτο “βιολί”, απλά ήμουν μία δυνατή παίκτρια.

Ήξερα πάντα πως όταν ήμουν στο γήπεδο είμαι καλά. Μ’ άρεσε να τρέχω, να παίζω, ξημεροβραδιαζόμασταν μέσα σε αλάνες.

Μου είχαν χρεώσει ότι είμαι αγοροκόριτσο, με το οποίο εγώ δεν συμφωνώ. Δεν μ’ αρέσει αυτή η λέξη. Ναι, έπαιζα και με κούκλες, αλλά έπαιζα επίσης, και με φορτηγά και μπουλντόζες.

Αλλά δεν ήμουν η μόνη κι άλλα κορίτσια έπαιζαν ποδόσφαιρο. Δεν ήμουν η μοναδική. 

Δεν έχω μιλήσει ποτέ για το πώς μπήκε η διαιτησία στη ζωή μου. Τώρα ήρθε η ώρα να το κάνω. Δεν περνούσε ποτέ από το μυαλό μου να γίνω διαιτητής, ποτέ.

Πιο πιθανό ήταν να γίνω θηριοδαμαστής, παρά διαιτητής, αυτό έλεγα τότε

Το 1996, όταν πέρασα στο ΤΕΦΦΑ Κομοτηνής, πήγα κατευθείαν και ξεκίνησα προπονήσεις με τον ΓΑΣ. Μετά είδα ότι υπήρχε κι η Ροδόπη ‘87, η γυναικεία ομάδα ποδοσφαίρου, που τότε ήταν Α’ Εθνική και είχε εξαιρετικές παίκτριες και τρομερό ρόστερ.

Προπονητής ήταν ο Κώστας Κασέρης και μετέπειτα ο Τάσος Αλεξίου και λέω “ξεκινάω και ποδόσφαιρο”.

Δηλαδή έπαιζα την Κυριακή στις 12:00 μπάσκετ, τελείωνα 15:00 και πήγαινα κι έπαιζα ποδόσφαιρο. 

Στο γήπεδο του Πανθρακικού έκαναν προπόνηση και κάποιοι διαιτητές, μεταξύ αυτών κι ο Μανώλης Ταπατζάς. Δεν τον ήξερα, δεν τον είχα δει ποτέ, δεν με ήξερε.

Κι εκεί που κάναμε προπόνηση, έρχεται και μου λέει “εσύ, θα γίνεις διαιτητής”. Κι η απάντησή μου ήταν “είσαι τρελός, δεν υπάρχει περίπτωση, είσαι τρελός, ξέχασέ το”.

Εκείνος επέμενε κι έλεγε τα δικά του. Όπου με έβρισκε μού έλεγε “ξεκινάει η σχολή, έλα να παρακολουθήσεις τα μαθήματα, να δώσεις εξετάσεις για να γίνεις διαιτητής”.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν έπαιζα μπάσκετ σε μία αλάνα με τον κολλητό μου, τον Μάνο, και έρχεται, μου δίνει κάτι φωτοτυπίες και μου λέει “διάβασε αυτά κι έλα στη σχολή, πρέπει να ξεκινήσεις”. Κι έτσι, ξεκίνησα. 

Άρχισα από το τοπικό της Κομοτηνής κι ακόμη δεν είχα καταλάβει τι έκανα, αλλά με αγκάλιασαν, με στήριξαν η Ένωση, το τοπικό ποδόσφαιρο κι οι ποδοσφαιριστές. Φυσικά, υπήρχαν κι άλλες γυναίκες στον Σύνδεσμό.

Κάπως έτσι, μία, δύο τρεις, μπήκε το μικρόβιο, έγινε η μετάγγιση. Χωρίς βέβαια, να πω ποτέ ότι θα παίξω Champions League ή Α’ Εθνική. 

Αυτή η επιλογή τότε μού άλλαξε όλη τη ζωή

Ήταν επιλογή ζωής, γιατί έζησα πράγματα που δεν μπορούσα να φανταστώ, βιοπορίστηκα από αυτό και μόνο ευγνωμοσύνη μπορώ να νιώθω.

Ήταν κάτι που λάτρεψα, το σεβάστηκα και το έκανα όσο καλύτερα μπορούσα. 

Δεν επέλεξα ακριβώς εγώ το να γίνω βοηθός διαιτητή. Στην αρχή ξεκίνησα ως διαιτητής στη χαμηλότερη κατηγορία και βοηθός στην υψηλότερη, άρα τα έκανα και τα δύο.

Όταν ήμουν στη Δ’ Κατηγορία μού είπαν “ναι, μπορείς να γίνεις διαιτητής, είναι δική σου απόφαση, αλλά δεν θα μπορέσεις εύκολα να μπεις στην Α’ Εθνική, μάλλον είναι απίθανο”.

Μιλάμε για πριν από 20 χρόνια, τώρα σαφώς τα πράγματα έχουν αλλάξει. Σαφώς υποστηρίζουν περισσότερο τις γυναίκες, τους δίνουν περισσότερες ευκαιρίες. 

Τότε δεν έδιναν την ευκαιρία τόσο εύκολα, αυτό ήταν το πρόβλημα.

Εγώ δεν ήθελα κάτι περισσότερο απ’ αυτό που παίρνουν οι άντρες, ήθελα να κριθώ ανάλογα με την απόδοσή μου

Οπότε, το βοηθός διαιτητή θα πω ότι ήταν απλά θέμα συγκυρίας. Δεν ήταν μία πιο “ασφαλής” κι εύκολη επιλογή, γιατί έχουμε δει διαιτητές και βοηθούς να χάνονται σε μία νύχτα, να χάνονται καριέρες.

Θα σου πω κάτι πολύ αντιφατικό.

Δεν θα άλλαζα τίποτα αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, αλλά από την άλλη ό,τι έκανα δεν θα το ξαναέκανα

Δηλαδή τώρα αν μου έλεγες “είσαι 20 χρόνων, θα ήθελες να είσαι διαιτητής;”, θα σου έλεγα “όχι, θα ήθελα να είμαι αρχαιολόγος”.

Θα ήθελα δηλαδή να ζήσω μία άλλη ζωή, δεν θέλω να ξαναζήσω αυτά που έζησα. Αλλά δεν μετανιώνω για τίποτα και δεν θα άλλαζα τίποτα.

Πάρα πολλοί προσπάθησαν στην αρχή να με αποτρέψουν. “Μα τι θέλεις τώρα;”, “πού πας να μπλέξεις εκεί;”, “ο χώρος είναι δύσκολος”. Θα σου πω ένα πράγμα.

Παίζω διαιτητής Δ’ Εθνική κι είναι ένας δημοσιογράφος στο γήπεδο που βγάζει κάποιες φωτογραφίες και μου τις δίνει.

Από πίσω έχει μία αφιέρωση: “Η διαιτησία απαιτεί γερό στομάχι. Το έχεις! Συνέχισε”.

Όταν το διάβασα, λέω “χαζομάρες, τι γερό στομάχι, δεν χρειάζεται τίποτα, μία χαρά είμαι”.

Ε μετά από τόσα χρόνια κι αφού το στομάχι μου το διέλυσα και το έσπασα, τον θυμήθηκα και λέω “πόσο δίκιο είχε αυτός ο άνθρωπος;”

Θεωρώ όμως, ότι δεν έχει καμία διαφορά, δεν απαιτεί να έχεις πιο γερό στομάχι επειδή είσαι γυναίκα.

Θέλει το ίδιο στομάχι, είτε μιλάμε για άντρα είτε για γυναίκα. Γιατί το ίδιο δύσκολα περνάει κι ένας άντρας.

Δεν θεωρώ ότι επειδή είμαι γυναίκα δυσκολεύτηκα ή ζορίστηκα περισσότερο.

Αλλά υπήρχε αδικία, γιατί όταν έκανα εγώ λάθος το προέβαλαν περισσότερο από ότι πολύ χειρότερα λάθη άλλων συναδέλφων

Δεν με πείραξε όμως, αυτό, έπρεπε να μάθω να τα διαχειρίζομαι σχετικά νωρίς αυτά.

Όταν από παίκτρια έγινα διαιτητής ήταν υπέροχο, γιατί συνεχίζεις να βρίσκεσαι στο γήπεδο. Όλοι είμαστε “άρρωστοι” με το γήπεδο.

Υπάρχει ένα απίστευτο δέσιμο, μία τρομερή σύνδεση με το χορτάρι.

Την ίδια χαρά που νιώθει ο κάθε παίκτης όταν βάζει τα παπούτσια του για να βγει στο γήπεδο, τη νιώθει κι ο διαιτητής

Δεν υπάρχει διαιτητής που να μην περνάει καλά, ή να μην γουστάρει αυτό που κάνει. Αν δεν του αρέσει, δεν μπορεί να το κάνει. Είναι απλό. 

Θεωρώ ότι ήταν ευλογία για μένα, γιατί συνέχισα να κάνω αυτό που αγαπάω. Και δεν σου κρύβω ότι πολλοί διαιτητές έχουν πετύχει πολύ περισσότερα πράγματα σαν διαιτητές παρά σαν ποδοσφαιριστές.

Αν έπαιζα ποδόσφαιρο, δεν νομίζω να είχα πάει σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα

Μεγάλη ικανοποίηση κι αυτό που θέλω να εξηγήσω είναι ότι μπορεί να μην παίρνουμε τα εκατομμύρια που παίρνουν οι υψηλά αμειβόμενοι ποδοσφαιριστές, αλλά δεν έχει καμία διαφορά είτε είσαι ποδοσφαιριστής ή διαιτητής. 

Είμαι η μόνη Ελληνίδα που έπαιξε σε τελικό Champions League Γυναικών, ελπίζω να προκύψουν κι άλλες στο μέλλον.

Όταν για πάρα πολλά χρόνια παίζεις στην υψηλότερη κατηγορία στη χώρα σου, εγώ ήμουν κι από τις πρώτες γυναίκες που έπαιξα Champions League, Europa League, με εμπιστεύτηκε η UEFA και μου έδωσε την ευκαιρία, δεν σου κρύβω ότι κάθε χρόνο τον Μάιο περίμενα ένα email ότι ορίστηκα στον τελικό Champions League.

Μετά έβλεπα τους ορισμούς και τον έναν τον έπαιζε η Ιταλίδα, η Ελβετή, η Γερμανίδα. Και πραγματικά ήρθε εκεί που δεν το περίμενα, έναν χρόνο πριν τελειώσω.

Είχα αποφασίσει ήδη ότι θα σταματήσω μετά την Αυστραλία, απλά αν δεν πήγαινα στο Παγκόσμιο θα σταματούσα νωρίτερα, τα Χριστούγεννα, δεν θα συνέχιζα δηλαδή μέχρι το καλοκαίρι.

Οπότε, πήγα και στο Euro την προηγούμενη χρονιά, έρχεται κι ο τελικός Champions League κι ήταν ένα υπέροχο φινάλε.

Κάθε πράγμα θέλει τον χρόνο του. Αν σκεφτώ σε τι επίπεδο ήταν το ποδόσφαιρο γυναικών πριν από 20 χρόνια κι αν σκεφτώ το σήμερα σίγουρα έχει γίνει πρόοδος και θα συνεχίσει να γίνεται.

Όλα έχουν να κάνουν με το πόσο δίνουμε κίνητρα σε αυτά τα κορίτσια, το αν έχουν λόγους να συνεχίσουν αυτό που κάνουν.

Μπορεί να μην είμαστε σαν την Ισπανία ή τη Σουηδία, αλλά είμαι αισιόδοξη.

Είμαι σίγουρη ότι θα έρθει η στιγμή που τα παιχνίδια των γυναικών θα γίνουν κι εδώ sold out

Τις προάλλες έπαιζε η Εθνική Ομάδα Γυναικών στην Κρήτη και το Γεντί Κουλέ ήταν γεμάτο, εξαιρετική ατμόσφαιρα.

Στην αρχή η Μπαρτσελόνα κι η Ρεάλ δεν έπαιζαν στο Καμπ Νόου και στο Μπερναμπέου αντίστοιχα, αλλά στα βοηθητικά γήπεδα. Μετά έβαλαν ελεύθερη είσοδο.

Δηλαδή όταν ακούς 90.000 κόσμο ήταν free. Στη συνέχεια έβαλαν ένα μικρό εισιτήριο της τάξης του 1-2 ευρώ. Εδώ δηλαδή, αν παίξει η Εθνική στο ΟΑΚΑ και το έχουμε free δεν θα γεμίσει;

Αν σαπορτάρουμε λίγο κι εμείς, όχι μόνο το ποδόσφαιρο γυναικών, αλλά γενικά το ποδόσφαιρο, νομίζω ότι θα το βρούμε.

Το πιο συναισθηματικά περίεργο παιχνίδι ήταν το Τορίνο - Μπιλμπάο, που ήταν το πρώτο μου στο Europa League, τον Φεβρουάριο του 2015.

Εκεί ένιωθα το βάρος του ότι ήμουν η πρώτη γυναίκα που έπαιζα στη φάση των “16” του Europa League. Δεν ήταν εύκολο, ούτε υπήρχε VAR.

Εγώ επιβίωσα στη Super League στα χρόνια που δεν υπήρχε VAR

Οπότε εκεί ένιωθα ότι κουβαλάω όλες τις γυναίκες στους ώμους μου, γιατί αν εγώ εκεί τα έκανα “θάλασσα”...είχα την ευθύνη.

Ήξερα τι μπορούσα να κάνω, ότι θα μπορούσα να αντιμετωπίσω ό,τι μου παρουσιαστεί στο γήπεδο, αλλά φοβόμουν ότι μ’ ένα λάθος, μία απροσεξία, θα είχα εκθέσει πρώτα απ’ όλα τον εαυτό μου, αλλά μπορεί να έκλεινα και την πόρτα σε όλες τις γυναίκες μετά.

Ήμουν όμως, τόσο καλά, τόσο πειθαρχημένη κι αφοσιωμένη σε αυτό, που τελικά πήγε εξαιρετικά και στην πορεία ακολούθησαν κι άλλα παιχνίδια στη Λίβερπουλ, τη Νάπολη. 

Το 2019 έχω επιλεχθεί για το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Γαλλία, όπου εφαρμόσαμε κι εμείς το VAR. Μάθαμε για το VAR σ’ ένα σεμινάριο στην Ντόχα μέσα σε 15 μέρες.

Όταν είδα το VAR πρώτη φορά είπα ότι δεν μ’ άρεσε, αλλά στην πορεία το λάτρεψα

Κάνει και τη ζωή των διαιτητών πιο εύκολη. Κι όχι μόνο των διαιτητών, αλλά και των ποδοσφαιριστών και των ομάδων.

Όταν ένας ποδοσφαιριστής ξέρει ότι υπάρχει VAR, δεν θα σου βάλει ποτέ γκολ με χέρι.

Είναι λάθος όλη η ευθύνη να πηγαίνει στο VAR, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι είναι κάτι βοηθητικό

Παραδέχομαι ότι την πρώτη χρονιά που το χρησιμοποιήσαμε στην Ελλάδα, ο διαιτητής πήγε 4 ή 5 φορές στο onffield review. Που αν δεν είχαμε VAR δεν θα γινόταν ποτέ αυτό.

Δεν είναι λοιπόν, η ευθύνη του VAR, ο διαιτητής είναι ο άρχοντας του αγώνα κι αυτός θα πρέπει να πάρει την τελική απόφαση.

Γιατί βλέπουμε και διαιτητές που πάνε στο VAR και μένουν στην απόφασή τους, δεν αλλάζουν και δεν δίνουν πχ το πέναλτι.

Είναι μία ισορροπία που είναι λίγο επικίνδυνη κι αν τη χάσουμε, θα χαθεί κι η μπάλα.

Ξεκίνησα το ‘98 και μπήκα στην Α’ Εθνική το 2009/10, είχα δηλαδή πολλά χρόνια στην πλάτη μου.

Κι αυτό ήταν το σημαντικό, γιατί η διαιτησία είναι θέμα εμπειριών. Αν δεν έχεις εμπειρίες δεν μπορείς να σταθείς στις μεγάλες κατηγορίες. Δεν είχα καμία προσδοκία όταν μπήκα στη Super League, ούτε φοβόμουν.

Όπως συνηθίζω να λέω από τη Δ’ Κατηγορία στη Γ’ είναι ένα σκαλί, από τη Γ’ στη Β’ ένα σκαλί κι από τη Β’ στην Α’ έτη φωτός.

Οι βρισιές και τα γιουχαρίσματα μού ήταν πάντα αδιάφορα, έκλεινα τα αυτιά μου

πό τη στιγμή που θα μπω μέσα στο γήπεδο, ό,τι γίνεται έξω, πίσω από την πλάτη μου και γύρω δεν με αφορά.

Και νομίζω ότι οι περισσότεροι διαιτητές είμαστε έτσι, αφοσιωμένοι στο παιχνίδι.

Σίγουρα δεν μας αρέσει, σίγουρα είναι δύσκολο όταν κάποια πράγματα τα ακούς έντονα, αλλά εννοείται ότι το διαχειρίζεσαι και το προσπερνάς, γιατί αν σε επηρεάσει αυτό, έχασες την μπάλα. 

Δεν έχω λογαριασμούς στα social media κι αυτό ήταν η άμυνά μου, αλλά δεν έχω και χρόνο να ασχοληθώ με τις ζωές των άλλων

Θέλω να ασχολούμαι μόνο με τη δική μου κι όλη την ενέργειά μου να τη διοχετεύω σε μένα και στο πώς εγώ θα γίνω καλύτερη. 

Έχω απαντήσει κατάλληλα πολλές φορές κι εγώ, έχω βρίσει παίκτη και παράγοντα, έχω έρθει σε ρήξη μέσα στο γήπεδο

Γιατί εμένα η φωνή μου δεν είναι πολύ γλυκιά, οπότε κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι είμαι αγριεμένη, ενώ είναι ο τόνος της φωνής μου.

Υπήρξαν στιγμές που γύρισα κι έβρισα κι εγώ και νομίζω πως λειτούργησε καταλυτικά, δηλαδή εκτονώθηκε η κατάσταση. Όπως επίσης, έχω παραδεχτεί κι έχω πει “παιδιά οκ, έκανα λάθος”.

Στον κόσμο και την κερκίδα δεν έχω απαντήσει, δεν τα βάζεις με τον όχλο, δεν γυρνάς ούτε να πεις κάτι

Ευθέως δεν με έχουν απειλήσει, ούτε ένιωσα απειλή ή φόβο, παρόλο που έβλεπα να γίνονται τριγύρω διάφορα. 

Ο σύζυγός μου δεν έχει έρθει ποτέ στο γήπεδο να με δει

Δεν του αρέσει το ποδόσφαιρο, αλλά κι εγώ δεν θα ήθελα να έρθει ποτέ, όπως και δεν ήθελα να έρθει κανένας δικός μου.

Νιώθω πολύ ισχυρή μόνη μου, σαν μονάδα, δεν θα μου προσέφερε δηλαδή κάτι να τους έχω εκεί.

Ξέρω ότι κάποιος μπορεί να παίρνει δύναμη από τη γυναίκα του, τα παιδιά του, εγώ όμως, δεν ήθελα κανέναν. Είμαι μοναχικός καβαλάρης.

Όταν μπαίνω στο γήπεδο, δεν μπαίνω σαν γυναίκα διαιτητής, έχω μία ιδιότητα. Η ιδιότητα αυτή δεν έχει φύλο. Όλοι θα σε κρίνουν από την απόδοση.

Ναι, έχω ξανθά, μακριά μαλλιά, τι να τα κάνω, να τα κόψω; Έχω ακούσει παίκτη να με λέει άλογο και γκανιάν

Όταν όμως, επί 13 χρόνια δεν έχεις κάνει τίποτα και δεν έχουν κάτι μεμπτό για σένα, τότε δεν πρέπει να βρουν κάτι να γράψουν; Οι διαιτητές είμαστε άνθρωποι.

Ένας διαιτητής την ώρα του αγώνα μπορεί να ξύσει τη μύτη του ή να φτύσει, να χαμογελάσει.

Εγώ έχω ρίξει το νερό στο κεφάλι μου, γιατί πραγματικά είχε απίστευτη ζέστη. Κάτι θα βρουν να πουν.

Γιατί δεν έγραψαν ποτέ για την απόδοσή μου; Γιατί δεν πουλάει

Ο σεξισμός υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Θεωρώ όμως, ότι με τα χρόνια ελαττώνεται, αλλά πάντα θα υπάρχει.

Το θέμα είναι εμείς πώς το αντιμετωπίζουμε. Ποτέ δεν μιλούσα, γιατί ήθελαν πάντα να προβάλουν το κομμάτι “γυναίκα”.

Υπήρχαν πιο αξιόλογοι βοηθοί από εμένα όλα αυτά τα χρόνια, σπουδαίοι που έπαιζαν σε φοβερά παιχνίδια. Γιατί από αυτούς δεν ζητούσαν συνέντευξη και ζητούσαν από μένα; Δεν θέλω να προβάλλω κάτι άλλο, θέλω να μιλάω μόνο για τη δουλειά μου.

Εισέπραττα μία αδικία, αλλά δεν με επηρέαζε. Έφτασα σε σημείο να λέω ότι αν αυτοί οι άνθρωποι, που με βρίζουν κι είναι τόσο άδικοι, είναι ευχαριστημένοι κι ικανοποιούνται, εγώ χαίρομαι.

Φυσικά έγινα πιο σκληρή, πιο επιθετική, πιο απότομη και πιο αγενής, γιατί όταν αντιλαμβάνεσαι ότι με το να είσαι ευγενής δεν κερδίζεις τίποτα, κάποιες φορές πρέπει να τους συμπεριφέρεσαι όπως σου συμπεριφέρονται.

Δεν τα έβαλα όμως, ποτέ με κανέναν, δεν με ενδιέφερε, δεν ασχολήθηκα. Αλλά αν έπρεπε να μιλήσω απότομα ή να βρίσω ναι, θα έβριζα. 

Δεν θα χαλαστώ αν με ρωτήσει κάποιος “τι είναι οφσάιντ”, πολλές φορές αυτοσαρκάζομαι και λέω "εντάξει, δεν είμαι σίγουρη ότι το ξέρω το οφσάιντ μετά από τόσα χρόνια"

Το βλέπω τελείως χαριτωμένα πλέον. Δεν με ενδιαφέρει αν το ρωτάνε υποτιμητικά, δεν θα μπω στη διαδικασία να ερμηνεύσω τι εννοεί ο καθένας. 

Αγαπημένη ατάκα το “τράβα στην κουζίνα”, την  αγαπώ την κουζίνα μου, αλλά έχω πλυντήριο πιάτων

Δεν το θεωρώ κακό, ούτε προσβλητικό. Να τους έχει η Παναγία καλά, να είναι ευτυχισμένοι.

Αυτά τα λέω βέβαια, στα 47 μου. Στα 37 δεν ξέρω τι θα σου έλεγα ή πώς ένιωθα τότε, δεν το θυμάμαι. 

Πέρασα από όλα τα στάδια. Φυσικά, κι έχει τύχει να γυρίσω σπίτι μου και να είμαι ράκος. Σε τοπικό επίπεδο ήμουν κιόλας.

Είχε γίνει μία λάθος εφαρμογή του κανονισμού και μου έπεσε πολύ βαρύ. Πολύ χάλια και σκέψου ότι στις μεγάλες κατηγορίες δεν το έχω πάθει αυτό.

Το μόνο που μπορούσε να με αγγίξει είναι κάτι που μπορεί να κάνω λάθος εγώ και ξέρω ότι φταίω εγώ ξεκάθαρα.

Αν ήταν εύκολο, θα το έκαναν όλοι, αυτό είναι το μότο μου

Ξεκάθαρα άξιζε τον κόπο. Δεν το διαπραγματεύομαι αυτό. Δεν είναι μόνο το οικονομικό.

Από τη στιγμή που κάνεις κάτι που σε γεμίζει, γιατί πολλές φορές σε συζητήσεις μού λένε “θυσίασες τόσα πράγματα”. Δεν θυσίασα τίποτα, μην μπερδεύεστε. Ήταν ξεκάθαρα επιλογή μου.

Τώρα που σταμάτησα συνειδητοποιώ τι έκανα όλα αυτά τα χρόνια, πόσο πίεση είχε όλο αυτό, πόση αφοσίωση.

Σταμάτησα και πλέον αναπνέω διαφορετικά, δηλαδή είναι απίστευτο αυτό που συμβαίνει, φεύγει μεγάλη πίεση

Δεν είναι απλή υπόθεση τρία Παγκόσμια Κύπελλα. Αυτό σημαίνει ότι είσαι επί 12 χρόνια σε πολύ υψηλές εντάσεις και ρυθμούς, πάρα πολλές απαιτήσεις ταξιδιών, προπονήσεων, αξιολογήσεων, αλλά για μένα είναι μόνο ευλογία.

Αν ήθελα κάτι άλλο, θα έκανα κάτι άλλο.

Δεν μ’ αρέσει και δεν θέλω να έρχονται ξένοι διαιτητές να παίζουν τα δικά μας τα παιχνίδια. Και θεωρώ ότι υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί Έλληνες διαιτητές.

Το να έχουμε διαιτητές σαν τον Φωτιά, με το βιογραφικό του Φωτιά, πιστέψτε με στην UEFA δεν υπάρχει κανένας

Έχουμε αξιόλογους διαιτητές με πάρα πολλά προσόντα και δεν ευθυνόμαστε εμείς για τους ξένους. Οι Έλληνες διαιτητές έχουν δείξει τόσα χρόνια αν μπορούν να ανταπεξέλθουν και να παίξουν στα ντέρμπι και σ' όλα τα παιχνίδια.

Θεωρώ όμως, πως είναι μία περίοδος που θα τελειώσει. Δεν ξέρω αν θα είναι σύντομα, αλλά θα τελειώσει.

Με το να έρχονται ξένοι διαιτητές δεν λύνεται το πρόβλημa, o Έλληνας διαιτητής λαχταρά να παίξει στα ντέρμπι

Έχουμε δουλέψει όλοι πολύ σκληρά για να φτάσουμε σ’ αυτό το επίπεδο και το να παίζεις αυτά τα ματς είναι ένα είδος ντοπαρίσματος και για σένα.

Όταν παίζεις στα μεγάλα ματς καθιερώνεσαι και μπορείς να δείξεις την αξία σου, την προσωπικότητά σου και το πώς θα διαχειριστείς κάποια πράγματα.

Ένας διαιτητής που είναι στην Α’ Εθνική αυτά τα παιχνίδια θέλει να παίξει. Οι ξένοι διαιτητές πληρώνονται και πληρώνονται πολύ καλά για να έρθουν, έρχονται για τα χρήματα.

Όσον αφορά εκείνους που δεν σέβονται τους διαιτητές, δεν ξέρουν γενικά να σέβονται.

Εγώ επειδή σέβομαι τους διαιτητές και θαυμάζω απεριόριστα αυτό που κάνουν και μιλάω τώρα απέξω, όχι από μέσα, γιατί έχω φύγει και δεν έχω καμία σχέση, αυτό που πάντα έλεγα και λέω είναι πως όταν όλοι συνειδητοποιήσουμε ότι ένας ποδοσφαιρικός αγώνας δεν γίνεται χωρίς τον διαιτητή, τότε θα καταλάβουμε πόσο σημαντικός είναι. 

Σκέψου στο Νάπολι - Ρεάλ να υπάρχει 50.000 κόσμος, γεμάτο το γήπεδο, σούπερ, όλοι τρελαμένοι γιατί όλοι γουστάρουμε κι αγαπάμε το ποδόσφαιρο, κι οι διαιτητές να μην είναι στο γήπεδο.

Τι γίνεται; Το έχει σκεφτεί κανείς αυτό; Έχει σκεφτεί κανείς πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του διαιτητή.

Σίγουρα είναι άχαρος, γιατί προσπαθεί να πάρει αποφάσεις σε κλάσματα δευτερολέπτου με 200 παλμούς, με πολλή ένταση, με πίεση και δεν είναι εύκολο.

Θα μου πεις "αν δεν είναι εύκολο κάτσε στα αυγά σου, κάτσε στο σπίτι σου¨", αλλά όχι, δεν θα κάτσω στο σπίτι μου, γιατί μ’ αρέσουν τα δύσκολα

Όταν έχεις ανθρώπους να σου λένε “σέβομαι απίστευτα αυτό που κάνεις”, άνθρωποι όπως ο πρόεδρος της FIFA, ο Κολίνα, λες “ώπα, με σέβονται άνθρωποι που πραγματικά ο λόγος τους έχει αξία και θα ασχοληθώ με εκείνους που δεν με σέβονται;”.

Ε όχι, δεν θα ασχοληθώ. Όταν καταλάβουμε λοιπόν, πόσο σημαντικός κι απαραίτητος είναι ο ρόλος του διαιτητή, ίσως να τον δούμε και λίγο διαφορετικά. 

Ο Γιώργος Κουτσόνης, που είναι ταξιτζής μου για πάρα πολλά χρόνια, γιατί δεν επιτρέπεται να πάμε με τα αυτοκίνητά μας στα γήπεδα, μού έλεγε “Χρύσα, μαλώνουν τα βουβάλια και τα πληρώνουν τα βατράχια”.

Σαφώς κάθε ομάδα θα υποστηρίξει τον εαυτό της. Προσωπικά δεν με ενοχλούν οι ανακοινώσεις των ομάδων για τη διαιτησία, αν είναι δίκαιες κι αντικειμενικές.

Όταν όμως οι ομάδες κάνουν το άσπρο-μαύρο στις ανακοινώσεις τους, είναι τραγικό

Αλλά εντάξει, αφού τους επιτρέπεται και δεν υπάρχει κάποια ποινή γι’ αυτά. Θεωρώ όμως, πως όλα θα έπρεπε να ελέγχονται και να τιμωρούνται. 

Σε κάθε μεγάλη διοργάνωση που πήγαινα όταν συστηνόμουν και παρουσίαζα τον εαυτό μου, έλεγα ότι είμαι από την Ελλάδα, τη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία, τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Πολλά πράγματα μπορεί να μην είναι όπως τα θέλουμε, αλλά είμαι αισιόδοξη και πιστεύω και γενικότερα στους Έλληνες.

Ό,τι και να μας λένε, επειδή έχω ακούσει να μας αποκαλούν πολύ υποτιμητικά κάποιοι άλλοι λαοί στην Ευρώπη, θεωρώ ότι είμαστε ο καλύτερος λαός. Είμαστε αληθινοί, είμαστε αυθεντικοί κι έχουμε φιλότιμο. Δεν συγκρινόμαστε με τους άλλους Ευρωπαίους. 

Αν ερχόταν ένα νέο παιδί και με ρωτούσε “να γίνω διαιτητής;" θα του έλεγα “φυσικά”

Θα τον παρότρυνα, αλλά θα του εξηγούσα ότι η διαιτησία είναι μαραθώνιος, δεν είναι αγώνας ταχύτητας, κι αυτή η ατάκα είναι πάλι του Γιώργου, του ταξιτζή μου.

Υπομονή, επιμονή και το κεφάλι κάτω.

Δεν είναι δεδομένο ότι θα αντέξει. Το μόνο που θα του έλεγα είναι "δώσε λίγο χρόνο, γιατί ναι, η αρχή είναι πολύ δύσκολη", αλλά να μην σταματήσουν στην πρώτη δυσκολία.

Νομίζω πως από τους 10 διαιτητές που θα ξεκινήσουν, οι τρεις θα συνεχίσουν. Στομάχι δεν υπάρχει, μετά από χρόνια διαλύεται.

Το δικό μου το στομάχι διαλύθηκε, αλλά το ξανάφτιαξα

Συνέντευξη: Μαρία Κουβέλη
Φωτογράφιση: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson
Image credits: INTIME, EUROKINISSI